ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ

24 Απριλίου


†Μνήμη τῶν ἁγίων ἱερομαρτύρων ᾿Αχιλλέως, Φήλικος καί Φορτουνάτου.

Οἱ ῞Αγιοι Φήλικας, ὁ πρεσβύτερος, ᾿Αχιλλέας καί Φορτουνάτος, οἱ διάκονοι, ἐμαρτύρησαν ἐπί αὐτοκράτορος Καρακάλλα (211-217 μ.Χ.). ᾿Απεστάλησαν ἀπό τόν ῞Αγιο Εἰρηναῖο, ᾿Επίσκοπο Λουγδούνων121 († 23 Αὐγούστου) στήν πόλη Βαλένθια τῆς ᾿Ισπανίας γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο. ᾿Εκεῖ τούς συνέλαβε ὁ ἀνθύπατος Κορνήλιος καί μετά ἀπό φρικώδη βασανιστήρια τούς ἀποκεφάλισε περί τό ἔτος 212 μ.Χ. ῎Ετσι οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες εἰσῆλθαν στή χαρά τῆς δόξας καί τῆς μακαριότητος τοῦ Θεοῦ.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Σάββα, τοῦ στρατηλάτου.

῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Σάββας ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270-

275 μ.Χ.). ῏Ηταν στρατηλάτης στή Ρώμη καί καταγόταν ἀπό τό γένος τῶν Γότθων. Διέλαμπε γιά τήν καθαρότητα τοῦ βίου του καί τήν ἄσκησή του, ἐπισκεπτόταν δέ στίς φυλακές τούς Χριστιανούς γιά νά τούς παρηγορήσει. Γι᾿ αὐτό κατηγορήθηκε στό βασιλέα καί ὁδηγήθηκε δέσμιος ἐνώπιόν του, ὅπου ὁμολόγησε μέ παρρησία καί πνευματική ἀνδρεία τήν πίστη του στόν Χριστό. Τότε τόν ἐκρέμασαν καί τοῦ κατέσκισαν τίς σάρκες. ῞Ομως Χάρη τοῦ Θεοῦ τόν διετήρησε σῶο καί ἀβλαβή. Βλέποντας τό παράδοξο θαῦμα πού ἐπιτέλεσε δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἐπίστεψαν στόν Χριστό ἑβδομήντα στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι καί ἀποκεφαλίσθηκαν.

῾Ο ῞Αγιος Μάρτυς Σάββας μετά τίς φρικώδεις βασάνους ἐκλείσθηκε στή φυλακή, ὅπου καί ἔλαβε τό ἔτος 272 μ.Χ. τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ἑβδομήκοντα μαρτύρων στρατιωτῶν, τῶν διά τοῦ ἁγίου μάρτυρος Σάββα τοῦ στρατηλάτου πιστευσάντων.

Οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες ἐπίστεψαν στόν Χριστό μετά ἀπό τή θαυματουργική διάσωση τοῦ ῾Αγίου Σάββα τοῦ στρατηλάτου ἀπό τίς πληγές τοῦ μαρτυρίου καί ἀποκεφαλίσθηκαν ἐπί βασιλείας Αὐρηλιανοῦ, τό ἔτος 272 μ.Χ.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Πασικράτους καί Βαλεντίωνος.

Οἱ ῞Αγιοι Μάρτυρες Πασικράτης καί Βαλεντίων ἦσαν στρατιωτικοί καί ἐμαρτύρησαν ἐπί αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καί Μαξιμιανοῦ, τό ἔτος 297 μ.Χ., στό Δορύστολο, ἐπαρχία τῆς Κάτω Μοισίας.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Δανάβου, Δημητρίου, Εὐσεβίου, Λεοντίου, Λογγίνου, Νεστάβου, Νέωνος καί Χριστοφόρου, τῶν διά τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου εἰς Χριστόν πιστευσάντων.

Οἱ ῞Αγιοι αὐτοί Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν τό ἔτος 303 μ.Χ., ὅταν προσῆλθαν στή χριστιανική πίστη ἀπό τά θαύματα τά ὁποῖα ἐπιτέλεσε ὁ ῞Αγιος Μεγαλομάρτυς Γεώργιος. ῾Ομολογήσαντες τόν Χριστό συνελήφθησαν καί ἐκρατήθηκαν στή φυλακή. Στή συνέχεια ἐκρεμάσθηκαν διά προστάγματος τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ἐξέσθησαν καί τέλος ἀποκεφαλίστηκαν.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Εὐτεξίου.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας μητρός ἠμῶν ᾿Ελισάβετ, τῆς Θαυματουργοῦ.

῾Η ῾Οσία ᾿Ελισάβετ καταγόταν ἀπό τήν ῾Ηράκλεια τῆς Θράκης καί ἔζησε τόν 5ο αἰώνα μ.Χ. Οἱ γονεῖς της, Εὐνομιανός καί Εὐφημία, ἦσαν ξακουστοί καί ὀνομαστοί, φημισμένοι γιά τά πλούτη τους καί περίφημοι γιά τήν ἀρετή τους. Κατοικοῦσαν κοντά στήν ῾Ηράκλεια, στόν τόπο πού ἀπό παλαιά ὀνομαζόταν Θρακοκρήνη καί ἀργότερα ᾿Αβυδηνοί. ᾿Εζοῦσαν μέ εὐσέβεια ἔχοντας ὡς πρότυπο τόν ᾿Ιώβ. Ποθώντας δέ μέ πάθος νά μιμηθοῦν τή φιλοξενία τοῦ ᾿Αβραάμ, ἁπλόχερα ἐβοηθοῦσαν ὅλους, ὅσοι εἶχαν ἀνάγκες ὑλικές.

῞Ομως εἶχαν περάσει δεκαέξι χρόνια ἀπό τότε πού ἐνυμφεύθησαν καί ἦσαν ἀκόμη ἄτεκνοι. Γι᾿ αὐτό παρακαλοῦσαν ἀδιάκοπα τόν Θεό νά τούς χαρίσει ἕνα παιδί, διάδοχο τοῦ γένους τους καί κληρονόμο τοῦ πλούτου τους. ῾Ο Κύριος, πού ἱκανοποιεῖ τά αἰτήματα τῶν πιστῶν Του, ἄκουσε μέ εὐμένεια τή δέησή τους καί δέν παρέβλεψε τήν προσευχή τους.

῾Υπῆρχε στόν τόπο ἐκεῖνο ἕνα παλαιό ἔθιμο νά συγκεντρώνονται οἱ Χριστιανοί στή μνήμη τῆς ῾Αγίας Μάρτυρος Γλυκερίας († 13 Μαΐου) καί νά ἑορτάζουν μιά ὁλόκληρη ἑβδομάδα. Τότε λοιπόν, εὑρέθησαν ἐκεῖ μαζί μέ τούς ἄλλους Χριστιανούς καί οἱ γονεῖς τῆς ῾Οσίας. ῎Εκαναν λιτανεῖες καί ὁλονύκτιες δοξολογίες, καί ἐπισκέπτονταν τούς ναούς τῆς πόλεως, πού σ᾿ αὐτούς ἐφυλάσσονταν τά ἱερά λείψανα τῶν σαράντα ῾Αγίων γυναικῶν, τοῦ διακόνου ᾿Αμώς καί πολλῶν ἄλλων ῾Αγίων. ᾿Ελιτάνευαν τότε καί τήν πολυσέβαστη κάρα τῆς ῾Αγίας Γλυκερίας. ῞Ομως κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας, τήν ὁποία ἐτελοῦσε ὁ ᾿Επίσκοπος τῆς πόλεως Λέων, ὁ πατέρας τῆς ᾿Ελισάβετ Εὐνομιανός ἔβλεπε τήν ἁγία κάρα πότε νά χαμογελᾶ καί πότε νά λυπᾶται. Αὐτό τό ἐθεώρησε ὡς σημεῖο τῆς πίστεώς του στή Μάρτυρα καί ψυχή του ἐγέμισε μέ χαρά καί λύπη μαζί. Μαζί μέ τή σύζυγό του ἱκέτευσαν τήν ἀθληφόρο ῾Αγία νά λύσει τά δεσμά τῆς στειρώσεώς τους καί νά τούς χαρίσει ἕνα παιδί. ῎Ετσι, ὅταν τούς πῆρε γιά λίγο ὁ ὕπνος, ὁ Εὐνομιανός εἶδε σέ ὄνειρο τήν ῾Αγία Γλυκερία, ὁποία τοῦ εἶπε· «Γι᾿ αὐτό μοῦ δημιουργεῖς κόπους, ἄνθρωπέ μου, καί μοῦ ζητᾶς αὐτό πού μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά σοῦ δώσει; ῞Ομως, ἐάν στ᾿ ἀλήθεια δίδεις τό λόγο σου πώς θ᾿ ἀποκτήσετε καρδιά καί πνεῦμα ταπεινό καί πώς ποτέ δέν θά καυχιέσθε σέ βάρος τῶν ἄλλων, εὐχή κάνω νά σοῦ δώσει μέ τίς πρεσβεῖες μου ὁ μεγαλόδωρος Κύριος τό γρηγορότερο ἕνα κορίτσι. Αὐτό θά τό ὀνομάσεις ᾿Ελισάβετ, γιατί θά ἀναδειχθεῖ ὅμοια στήν ψυχή μέ τή μητέρα τοῦ ᾿Ιωάννου τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ».

῾Ο πατέρας τῆς ῾Οσίας συμφώνησε ὅτι θά κάνει αὐτά πού ἐζήτησε ῾Αγία Γλυκερία. Τότε ἐκείνη τόν ἐσφράγισε μέ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί ἔφυγε. ῾Η γυναίκα του συνέλαβε ἀμέσως καί μετά ἀπό τή συμπλήρωση ἐννέα μηνῶν ἐγέννησε κορίτσι.

῞Οταν ᾿Ελισάβετ ἔγινε δώδεκα ἐτῶν, μητέρα της ἔφυγε ἀπό τήν πρόσκαιρη ζωή. Μετά ἀπό τρία χρόνια ἔφυγε ἀπό τή ζωή καί ὁ πατέρας της. ῾Η μακαρία ᾿Ελισάβετ ἀπέμεινε ὀρφανή. ῞Ομως ἀμέσως ἐμπιστεύθηκε τόν ἑαυτό της στόν Θεό καί διακρίθηκε στή διακονία τῶν φτωχῶν καί τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν της. ᾿Εχάρισε τήν περιουσία της στούς φτωχούς, καί ἔτσι μέ τά χέρια τους τήν κατέθεσε στόν Θεό, ἐνῶ στούς δούλους ἐχάρισε τήν ἐλευθερία τους.

῎Επειτα ἀναχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη. ῎Εφθασε στή μονή τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, πού εἶχε τό ὄνομα «Μικρός Λόφος» καί πού γουμένη ἐκεῖ ἦταν κάποια θεία ἀπό τόν πατέρα της. Στή μονή αὐτή ἀπαρνήθηκε τά ἐγκόσμια καί τίς βιοτικές μέριμνες καί ἐκάρη μοναχή. ᾿Εζοῦσε μέ σκληραγωγία, νηστεία καί ἄσκηση καί ἐπερπατοῦσε ἀνυπόδητη. Τό σῶμα της ποτέ δέν ἐδέχθηκε νά τό πλύνει μέ νερό. Τό διατηροῦσε ὅμως καθαρό λούζοντάς το καθημερινά μέ τίς ἀστείρευτες πηγές τῶν δακρύων της. ῎Ετσι ἔφθασε σέ ὕψη ἁγιότητος καί ὁ ῞Αγιος Θεός τήν ἀξίωσε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος καί αὐτοῦ τῆς θαυματουργίας.

Δύο χρόνια ἀργότερα γουμένη τῆς μονῆς ἔφυγε ἀπό τήν παρούσα ζωή, ἀφοῦ ὅρισε διάδοχό της τήν ῾Οσία ᾿Ελισάβετ, τήν ὁποία ἐγκατέστησε ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Αύ (458-471 μ.Χ.).

῾Η ῾Οσία ἐγέμιζε μέ φῶς αὐτούς πού μέ πίστη τήν ἐπλησίαζαν. Κάποτε, τήν ὥρα πού ἐτελεῖτο Θεία Λειτουργία στό ναό, εἶδε νά ἀστράφτει ἕνα ἀπερίγραπτο φῶς καί τό Πανάγιο Πνεῦμα νά κατέρχεται μετά τόν Χερουβικό ὕμνο μέσα στό Θυσιαστήριο καί νά καλύπτει τόν ἱερέα πού ἐστεκόταν μπροστά στήν ῾Αγία Τράπεζα. ῾Η ῾Οσία ἐπλημμύρισε ἀπό θάμβος καί ἔκπληξη. ῞Ομως αὐτό δέν τό εἶπε σέ κανένα, μέχρι πού ἔφθασε ὁ καιρός τῆς ἐκδημίας της στόν Θεό. ῞Οσο ἐπλησίαζε ὥρα της, ὁ πόθος της ὅπως ἔλεγε νά δεῖ τήν πατρίδα της ἐπερίσσευε. ῏Ηλθε λοιπόν στήν ῾Ηράκλεια καί προσκύνησε τούς ἐκεῖ σεπτούς ναούς τῶν ῾Αγίων. Καί ἐκεῖ, στό ναό τῆς Θεοτόκου, εἶδε σέ ὅραμα τήν Παναγία, πού τήν ὑποδέχθηκε. Τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου τό ἀνεγνώρισε σέ εἰκόνα, ὅταν ἔφθασε στό ναό τοῦ ἱερομάρτυρος Ρωμανοῦ. ῾Η φωνή τῆς Παναχράντου τήν ἐκάλεσε νά ἐπιστρέψει στό μοναστήρι της, γιατί ὁ καιρός τῆς κοιμήσεώς της ἦταν κοντά. ῎Ετσι ῾Οσία ᾿Ελισάβετ, ἀφοῦ ἐπέστρεψε πίσω, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Τό ἱερό λείψανό της ἐνταφιάσθηκε στό ναό τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου μένοντας ἀκέραιο καί ἀνέπαφο122.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Θαυμαστοῦ.

῾Ο ῞Οσιος Θαυμαστός ἔζησε κατά τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Θωμᾶ, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ.

῾Ο ῞Οσιος Θωμᾶς, ὁ διά Χριστόν σαλός, ἔζησε κατά τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Μελίτωνος, ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας.

῾Ο ῞Αγιος Μελίτων123 ἔζησε κατά τά τέλη τοῦ 6ου καί τίς ἀρχές τοῦ 7ου αἰώνα μ.Χ. ῏Ηταν μέλος τῆς δευτέρας ὁμάδος τῶν μοναχῶν, τούς ὁποίους ἀπέστειλε στή Βρεττανία ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, ᾿Επίσκοπος Ρώμης († 12 Μαρτίου), πρός ἐνίσχυση τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Αὐγουστίνου. Τό ἔτος 604 μ.Χ. ὁ ῞Αγιος ἐχειροτονήθηκε ᾿Επίσκοπος τῶν ᾿Ανατολικῶν Σαξόνων μέ ἕδρα τό Λονδίνο. Εἵλκυσε στήν ὀρθόδοξη πίστη τόν βασιλέα Σάμπερτ, ὁ ὁποῖος τόν ἐβοήθησε πολύ στό ἱεραποστολικό του ἔργο.

῾Ο ῞Αγιος Μελίτων ἐξελέγη, τό ἔτος 619 μ.Χ., ᾿Αρχιεπίσκοπος Καντουαρίας καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 624 μ.Χ.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Ξενοφῶντος, κτίτορος τῆς ἐν τῷ ῾Αγίῳ ῎Ορει φερωνύμου μονῆς.

῾Ο ῞Οσιος Ξενοφῶν ἔζησε κατά τά τέλη τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. καί ἀσκήτεψε στό ῞Αγιον ῎Ορος. Καταγόταν ἀπό περιφανή καί πλούσια οἰκογένεια καί εἶχε σπουδαία μόρφωση. ῾Υπῆρξε σύγχρονος τοῦ ῾Οσίου ᾿Αθανασίου τοῦ ᾿Αθωνίτου, τοῦ δομήτορος τῆς Μεγίστης Λαύρας, στό δέ βίο του μαρτυρεῖται ὅτι ὁ ῞Οσιος ᾿Αθανάσιος ἐθεράπευσε τόν ἀδελφό τοῦ ῾Οσίου Ξενοφῶντος Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος ἔπασχε ἀπό τήν ἀνίατο νόσο τοῦ καρκίνου.

῞Οταν ἦλθε ὁ ῞Οσιος Ξενοφῶν στό χῶρο ὅπου σήμερα ὑπάρχει ἐπ᾿ ὀνόματί του φερομένη μονή, εὑρῆκε κατά τήν παράδοση μικρό ναΐσκο τοῦ ῾Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου καί τή θαυματουργή εἰκόνα τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου. ῾Η εἰκόνα αὐτή εὑρισκόταν στήν Κωνσταντινούπολη κατά τήν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας, ὅταν οἱ ἅγιες εἰκόνες κατακαίονταν ἀπό τούς ἀσεβεῖς καί αἱρετικούς. Τότε καί ἁγία αὐτή εἰκόνα, μαζί μέ ἄλλες, ἐρίχθηκε στή φωτιά. ᾿Αλλά, ὤ τοῦ θαύματος!, φωτιά ἐσβήσθηκε καί εἰκόνα εὑρέθηκε σῶα καί ἀβλαβής πρός καταισχύνην τῶν ἀσεβῶν. Τότε ἕνας ἀπό αὐτούς, ὁ θρασύτερος καί τολμηρότερος ἀπό ὅλους, ἀφοῦ ἔλαβε μάχαιρα ἐχτύπησε τή μορφή τοῦ ῾Αγίου στόν πώγωνα καί ἀμέσως τό αἷμα πού ἔτρεξε ἀπό τήν πληγή παρέστησε τόν ῞Αγιο ζωντανό καί θαυμαστό, νά ἐλέγχει δέ τρανῶς τήν πλάνη τῶν αἱρετικῶν. Αὐτό δέ, φαίνεται μέχρι σήμερα.

Μετά ἀπό ὅ,τι συνέβη, οἱ ἀσεβεῖς ἐκεῖνοι ἄνθρωποι ἐτράπησαν σέ φυγή. ῞Ενας δέ εὐσεβής καί φιλόθεος Χριστιανός πῆρε τήν εἰκόνα μέ φόβο καί εὐλάβεια καί τήν ἔφερε στήν παραλία. ᾿Εκεῖ, ἀφοῦ προσευχήθηκε θερμά στόν Πανάγαθο Θεό, γιά νά διασώσει τήν εἰκόνα τήν ἔριξε στή θάλασσα. ῎Ετσι εἰκόνα τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου ἔφθασε στή μονή Ξενοφῶντος, γιά νά καταστεῖ στήριγμα καί παρηγορία τῶν μοναστῶν, ὁροθέτης καί φύλακας τοῦ εὐλογημένου ἐκείνου τόπου.

῞Οταν ὁ ῞Οσιος Ξενοφῶν εἶδε τήν ἁγία εἰκόνα καί ἔμαθε περί τῆς παραδόξου ἐπελεύσεως αὐτῆς διά τῆς θαλάσσης, ἀνήγειρε μέ δικά του ἔξοδα καί πολύ κόπο νέα μεγαλοπρεπέστατη μονή, τήν ὁποία ἀφιέρωσε στόν Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο τόν Τροπαιοφόρο καί κατέστησε αὐτήν ἀρετῆς φροντιστήριο, ἀσκήσεως γυμναστήριο, ὑπακοῆς καί ταπεινοφροσύνης θεῖο ἐνδιαίτημα, σωφροσύνης κατοικητήριο, μάλιστα δέ ἐλεημοσύνης καί ἀγάπης οἶκο.

῾Ο ῞Οσιος διά τῆς διακρίσεως καί τῆς πλήρους ἀγάπης καρδίας αὐτοῦ ἐφείλκυε ἐπάνω του τή Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτό τόν βλέπουμε νά ἔρχεται εἰρηνοποιός στίς διενέξεις καί στίς προστριβές μεταξύ ὁρισμένων μονῶν τοῦ ῎Αθω, πού συνέβησαν κατά τίς ἀρχές τοῦ 11ου αἰῶνος μ.Χ. μέ ἀφορμή ἐδαφικές διαφορές καί καταπατήσεις, στίς ὁποῖες καί ἔδινε τή λύση ἐπιτυγχάνοντας τήν ἐφαρμογή τοῦ δικαίου καί τήν τακτοποίηση ὅλων τῶν ἐνδιαφερομένων πλευρῶν. Εὑρίσκουμε δέ καί τίς περίφημες «ἀσφάλειες» αὐτοῦ, δηλαδή συμβόλαια ἤ συμφωνητικά, στά ὁποῖα καί σκιαγραφεῖται γλαφυρά τό σοφότατο τοῦ νοῦ του, τό πραότατο τῆς καρδίας του, τό εἰρηνοποιό τῆς διαθέσεώς του, τό δικαιότατο τῆς γνώμης του, πλούσια καί βαθύτατη μόρφωση καί καλλιέργειά του. Καί ἀπό ὅλους τούς πατέρες ἀπεκλήθη «ὁ δίκαιος».

῾Ο ῞Οσιος Ξενοφῶν, περί τό τέλος τοῦ βίου του, παραιτήθηκε ἀπό τήν γουμενία ὑπέρ τοῦ ἀδελφοῦ του Θεοδώρου καί ἐφησύχαζε ἀναμένοντας εἰρηνικά τήν ὥρα τῆς ἐκδημίας του πρός τόν Κύριο. ῾Ο Κύριος τόν ἀνέπαυσε μέ εἰρήνη μεταξύ τῶν ἐτῶν 1018-1035.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Αλεξίου, τοῦ ᾿Εγκλείστου.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Αλέξιος ἔζησε κατά τό 13ο αἰώνα μ.Χ. στή Ρωσία καί ἐμόνασε, ὡς ἔγκλειστος, στή Μεγάλη Λαύρα τοῦ Κιέβου. ᾿Εκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.

Τά ἱερά λείψανά του ξαναευρέθησαν τό ἔτος 1675, χάρη σέ μιά κατολίσθηση πού ἐπακολούθησε ἑνός σεισμοῦ πού ἐκεῖνο τό χρόνο ἐχτύπησε τό Κίεβο. Στή συνέχεια ἐτοποθετήθηκαν δίπλα σέ ἐκεῖνα τοῦ ῾Αγίου Σάββα τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. ῾Ο βίος τοῦ ῾Αγίου δέν καταγράφηκε. ῾Η μνήμη τοῦ ῾Οσίου ᾿Αλεξίου μνημονεύεται, ἐπίσης, στίς 28 Σεπτεμβρίου, στήν κοινή ἑορτή τῶν ῾Αγίων μοναχῶν τῆς Λαύρας τῶν κοντινῶν Σπηλαίων, καί τή δεύτερη ἑβδομάδα τῆς Τεσσαρακοστῆς, στήν κοινή μνημόνευση τῶν θαυματουργῶν Πατέρων τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Σάββα, τοῦ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκήσαντος, τοῦ Θαυματουργοῦ.

῾Ο ῞Οσιος Σάββας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ἔζησε στίς κοντινές σπηλιές τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου κατά τό 13ο αἰώνα μ.Χ. Στά χειρόγραφα καί στόν Κανόνα τῆς ᾿Ακολουθίας πρός τούς Πατέρες τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ἀποκαλεῖται Θαυματουργός.

῾Ο ῞Οσιος Σάββας ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί μνήμη του ἑορτάζεται στίς 24 ᾿Απριλίου ἐξαιτίας τοῦ ῾Αγίου Μάρτυρος Σάββα τοῦ Στρατηλάτου.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Δούκα, τοῦ Μυτιληναίου, τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει ἀθλήσαντος.

῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς Δούκας καταγόταν ἀπό τή Μυτιλήνη καί ἐργαζόταν ὡς ράπτης σέ κάποιο ραφεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. ῞Οταν κάποτε πῆγε νά προσφέρει τίς ὑπηρεσίες του στό σπίτι κάποιου Τούρκου μεγιστάνα, πού ἔλειπε στό στρατό, ἔτυχε ἰδιαιτέρων περιποιήσεων ἀπό τή σύζυγο τοῦ Τούρκου. Κάποια μέρα ἐδέχθηκε ἄσεμνη ἐπίθεση ἀπό τήν ἀκόλαστη αὐτή γυναίκα, ἀλλά ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό σπίτι της ὡς ἄλλος σώφρων ᾿Ιωσήφ. Καί ἐπειδή δέν ἐπειθόταν νά ἐνδώσει στίς μιαρές διαθέσεις τῆς γυναίκας αὐτῆς, ἐσυκοφαντήθηκε ἀπό αὐτήν στό βεζίρη, ὅτι δῆθεν ἐπιχείρησε νά ἀτιμάσει τό σπίτι τοῦ συζύγου της καί νά τή βιάσει. ῾Ο βεζίρης συνέλαβε ἀμέσως τόν Δούκα, καί τόν ἔφερε σέ ἀντιπαράσταση μέ τή γυναίκα αὐτή.

῞Οταν ὁ βεζίρης κατάλαβε ὅτι ὁ Μάρτυρας ἦταν ἀθῶος, τόν προέτρεψε μέ κολακεῖες καί ἀπειλές νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. ῾Ο Νεομάρτυρας Δούκας ὅμως ἀρνήθηκε μέ πνευματική ἀνδρεία νά ἀλλαξοπιστήσει καί ὑπέστη γι᾿ αὐτό φρικτά βασανιστήρια. Τελικά τόν ἔγδαραν ζωντανό καί ἀφοῦ ἔριξαν τό δέρμα του στή θάλασσα, ἐξακολούθησαν τίς βασάνους ἐναντίον τοῦ ἀμόρφου σώματος. ῎Ετσι ὁ Νεομάρτυς Δούκας ἐξέπνευσε, τό ἔτος 1564, ἀποδεικνύοντας τήν ἀγάπη καί τήν πίστη του στόν Χριστό.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν ᾿Ηλία, τοῦ ἐκ Ρουμανίας, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ηλίας, ὁ ῾Ομολογητής, ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1600 στήν Τρανσυλβανία καί καταγόταν ἀπό πτωχή καί εὐσεβή οἰκογένεια. ᾿Από νεαρή λικία ἀγάπησε τό μοναχισμό καί ἔγινε μοναχός στή μονή Πούτνα. Λόγῳ τῆς θεοφιλοῦς πολιτείας του, μετά τό θάνατο τοῦ Μητροπολίτου Τρανσυλβανίας Γενναδίου († 3 Σεπτεμβρίου 1640) καί μέ τή συγκατάθεση τοῦ βοεβόδα τῆς Μολδαβίας Βασιλείου Λούπου, ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος Τρανσυλβανίας.

῾Ο ῞Αγιος ὑπερασπίσθηκε, ὡς ᾿Επίσκοπος, τήν ὀρθόδοξη πίστη μέ ὅλη του τή δύναμη. Γι᾿ αὐτό ἐφυλακίσθηκε καί ὑπέφερε τά πάνδεινα. Μετά ἀπό ἐννέα μῆνες ἔγκλειστου βίου στή φυλακή, ἀπελευθερώθηκε καί πῆγε στή Μολδαβία. Κατά τό ἔτος 1656 ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος στό Χούς καί πάλι ἀγωνίσθηκε σκληρά γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς ᾿Εκκλησίας καί τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ηλίας ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1678.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἠμῶν Σάββα, τοῦ ἐκ Ρουμανίας, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.

῾Ο ῞Αγιος Σάββας, ὁ ῾Ομολογητής, κατά κόσμον Συμεών, ἔζησε τό 17ο αἰώνα μ.Χ. στήν Τρανσυλβανία. ᾿Αφοῦ πέρασε κάποιο διάστημα στή μονή Κομάνα, ὅπου ἐδιδάχθηκε τά ἱερά γράμματα, διορίσθηκε ὡς ἱερέας στήν περιοχή ᾿Αράντ. Τό ἔτος 1656 ἐξελέγη Μητροπολίτης Τρανσυλβανίας καί ἐποίμανε τό ποίμνιό του μέ ἱερό ζῆλο καί ἀγάπη. Διακρίθηκε δέ γιά τούς ἀγῶνες του ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Γιά τό λόγο αὐτό, τό ἔτος 1680, ἐκθρονίσθηκε καί ἐφυλακίσθηκε. ᾿Επί τρία ὁλόκληρα χρόνια ὑπέφερε στή φυλακή, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πάνδεινα βασανιστήρια. ᾿Αποφυλακίσθηκε τό ἔτος 1683 καί μετά ἀπό λίγο καιρό, λόγῳ τῶν κακουχιῶν καί τῶν βασάνων, παρέδωσε τήν ἁγία του ψυχή στόν Θεό.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν ᾿Ιωσήφ, τοῦ ἐκ Ρουμανίας, τοῦ ῾Ομολογητοῦ.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωσήφ εἶναι ὁ πρῶτος συχαστής τοῦ ὄρους Μπιζερικάνι τῆς Μολδαβίας, στή Ρουμανία, ἀλλά καί ὁ ἱδρυτής τῆς τοπικῆς μονῆς. ᾿Εγεννήθηκε κατά τό 15ο αἰώνα μ.Χ. σέ ἕνα χωριό τῆς περιοχῆς τοῦ Νέματ καί ἀπό νεαρή λικία ἀκολούθησε τό μοναχικό βίο. ᾿Εκάρη μοναχός στή μονή τῆς Μπιστρίτα καί, ἐπειδή ἐπιθυμοῦσε περισσότερη συχία, ἐζήτησε τήν εὐλογία τοῦ γουμένου Δομετιανοῦ καί ἀνεχώρησε γιά τούς ῾Αγίους Τόπους. ᾿Επισκέφθηκε τόν Πανάγιο Τάφο καί ἔπειτα ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο τοῦ ᾿Ιορδάνου. ῾Η αὐστηρή ἀσκητική ζωή, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ προσευχές καί νηστεία τοῦ ῾Οσίου ἄρχισαν νά συγκεντρώνουν γύρω του πλῆθος μοναχῶν καί μαθητῶν. ῾Η νέα ἀδελφότητα ἀποτελοῦνταν ἀπό δέκα πέντε Ρουμάνους καί δύο ῞Ελληνες καί ἀκολουθοῦσε πιστά τό παράδειγμα τοῦ ἀσκητικοῦ βίου τοῦ στάρετς. Κατά τή διάρκεια τῆς ἑβδομάδος ὁ καθένας ἐζοῦσε κατά μόνας στό κελλί του καί ἔτρωγε ἐλάχιστα μία φορά τήν μέρα μέχρι τή δύση τοῦ λίου. Τήν Κυριακή, τήν μέρα τῆς ᾿Αναστάσεως, ὅλοι συνάγονταν στή μονή τοῦ ῾Οσίου Γερασίμου τοῦ ᾿Ιορδανίτου γιά νά ἐκκλησιασθοῦν καί νά κοινωνήσουν. Αὐτή τήν μέρα ἔτρωγαν ὅλοι μαζί καί ὁ χρόνος περνοῦσε μέ ψαλμωδίες καί πνευματικές συζητήσεις. Τό βράδυ ὁ καθένας ἐπέστρεφε στό κελλί του γιά μιά ἀκόμη ἑβδομάδα ἀσκήσεως καί σιωπῆς.

῞Ομως οἱ ἐπιδρομές τῶν ᾿Αράβων στούς ῾Αγίους Τόπους ἀνάγκασαν τόν ῞Οσιο ᾿Ιωσήφ καί τούς μαθητές του νά καταφύγουν στή Μολδαβία, στή μονή τῆς Μπιστρίτα καί στή συνέχεια στό ὄρος Μπιζερικάνι124. ᾿Εδῶ ὁ ῞Οσιος ἔχτισε ἕνα ξύλινο ναό καί ἕνα κελλί, ἐνῶ οἱ μαθητές του Σίμων, Μεθόδιος, Βαρνάβας, ᾿Αβέρκιος, Γερμανός καί Πύρρος ἐγκαταστάθηκαν στούς γύρω λόφους. Τήν παρουσία τους ἐκεῖ μαρτυροῦν σήμερα τά τοπωνύμια, ὅπως «ὄρος τοῦ Σίμωνος», «ὄρος τοῦ Μεθοδίου», «ὄρος τοῦ Βαρνάβα».

Οἱ κανόνες τοῦ ἀσκητικοῦ βίου στή νέα ἀσκητική παλαίστρα ἦσαν οἱ ἴδιοι μέ αὐτούς πού ἐφάρμοζαν καί στόν ᾿Ιορδάνη. ᾿Αδιάλειπτη προσευχή, σιωπή, ἐξομολόγηση, ἀγρυπνίες, Θεία Κοινωνία. ῾Ο ῞Οσιος προσπαθοῦσε νά ἐφαρμόσει τήν ἀκοίμητη ζωή τῶν Νηπτικῶν Πατέρων σύμφωνα μέ τήν παράδοση τῆς μονῆς Στουδίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

῾Ο ῞Οσιος ᾿Ιωσήφ ἔζησε στό ἀσκητικό του ὄρος περισσότερο ἀπό τριάντα χρόνια καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1711.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Νικολάου, τοῦ ἐν Μαγνησίᾳ.

῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς Νικόλαος κατοικοῦσε μαζί μέ τόν πατέρα του Χατζη-Κανέλο στήν πόλη Γιαγιά Κιοΐ. ῾Ο πατέρας του ἦταν ἐπιστάτης στά κτήματα τοῦ ἀγᾶ τῆς πόλεως, πού ὀνομαζόταν Καρά ᾿Οσουμάνογλου, καί ἔχαιρε ἰδιαιτέρας ἐκτιμήσεως ἀπό τούς ἐκεῖ Τούρκους. Σέ λικία εἴκοσι δύο ἐτῶν ὁ Νικόλαος, ἀφοῦ εἶχε νυμφευθεῖ, ἔλαβε τήν ἄδεια τοῦ πατέρα του καί τοῦ ἀγᾶ, γιά νά μεταβεῖ πρός τακτοποίηση διαφόρων ὑποθέσεων στή Μαγνησία. Εἰσερχόμενος στήν πόλη ἐφοροῦσε τουρκικά ὑποδήματα καί φέσι στήν κεφαλή. Οἱ ὑπηρέτες τοῦ δικαστοῦ τῆς Μαγνησίας, παρ᾿ ὅτι τόν ἐγνώριζαν, τόν συνέλαβαν καί τόν προσήγαγαν στό δικαστή. ῾Ο δικαστής, προσποιούμενος καί αὐτός ὅτι δέν τόν ἐγνώριζε, ἐρώτησε τό Μάρτυρα μήπως ἐπιθυμοῦσε νά ἀσπασθεῖ τή θρησκεία τοῦ Μωάμεθ καί προτιθέμενος νά τό πράξει ἐφόρεσε, ὡς σημεῖο τοῦ πόθου του, τά τουρκικά ὑποδήματα καί τό φέσι. ῾Ο Νικόλαος τότε ἀπάντησε μέ πνευματική ἀνδρεία λέγοντας· «῾Ο Θεός νά μέ φυλάξει καί νά μή γίνει σέ μένα ποτέ νά ἀρνηθῶ τήν πίστη μου. ᾿Εγώ τά ροῦχα αὐτά τά φοράω μέ τή δική σας ἄδεια, ἐπειδή ὁ πατέρας μου εἶναι ὑπηρέτης καί δουλευτής δικός σας». ῾Ο δικαστής τότε διέταξε νά τόν ραβδίσουν καί ὅταν διεπίστωσε τό ἄκαμπτο φρόνημα τοῦ νέου ἔδωσε ἐντολή νά τόν μαστιγώσουν πολύ. Μετά τή μαστίγωση ἀκολούθησαν κολακεῖες καί μεγάλες ὑποσχέσεις γιά τιμές καί ἀξιώματα, ἀλλά ὁ Νικόλαος παρέμεινε ἀμετάθετος στήν ἀπόφασή του νά μαρτυρήσει γιά τήν ἀγάπη στόν Χριστό. ᾿Αφοῦ ὑπέμεινε καί τρίτη καί τέταρτη μαστίγωση, τόν ἔριξαν στή φυλακή, ὅπου ὁμολογώντας τόν Χριστό καί χαίροντας γιά τά παθήματά του, παρέδωκε τό πνεῦμα του, τό ἔτος 1769.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, ἀνάμνησις τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Γεωργίου, ἐν Κυπαρισσίῳ.

῾Ο ναός αὐτός τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου, στό Κυπαρίσσιον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἴσως νά ἀνῆκε στόν ᾿Ατταλειάτη Μιχαήλ (1077), διότι ἐκεῖ εἶχε τόν οἰκογειακό τάφο αὐτοῦ125.


†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, σύναξις τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, ἐν Μόλχᾳ τῆς Ρωσίας.

῾Η ἱερά εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τῆς Μόλχα, ἐμφανίσθηκε στίς 18 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 1405 στό βαλτότοπο τῆς Μόλχα, κοντά στήν περιοχή τοῦ Πούτιβ. Στήν ἀρχή εὑρισκόταν στό μοναστήρι τῆς ἐρήμου στή Μόλχα, στό Σοφρώνιεφ, ἀλλά μετά μεταφέρθηκε στό μοναστήρι τοῦ Πούτιβλ, στίς 24 ᾿Απριλίου τοῦ ἔτους 1605.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,

ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.