ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Ο Μεγάλος διώκτης-O Απόστολος Παύλος

Π. Β. Πάσχου, Έρως Ορθοδοξίας,
εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2020 6, σελ. 334-344

 

Υπάρχει μια « Όδύσσεια», γραμμένη απ’ τον Όμηρο, που διηγείται τις περιπέτειες που είχεν ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του, όταν επέστρεφαν από τον πόλεμο της Τροίας, στην πατρίδα τους την Ιθάκη. Μα υπάρχει και μια δεύτερη «Οδύσσεια», χριστιανική ετούτη, γραμμένη απ’ τη χάρη του Θεού. Αυτή βρίσκεται σαν ένα πολύτιμο ειλητάριο μέσα στο «σκεύος της εκλογής» του Θεού, τον Απόστολο Παύλο, και μας διηγείται όχι μονάχα την υπερφυσικήν επιστροφή του μεγάλου διώκτη στη θεία Ιθάκη του, μα και τις πνευματικές περιπέτειες και τους αγώνες που έχει για τον κάθε χριστιανό η επιστροφή αυτή απ’ την κατεστραμμένη Τροία (τον κόσμο του πολέμου, των παθών και της απιστίας), στη γαληνεμένη γη της Ιθάκης του χριστιανού, που δεν είναι άλλη απ’ τη Βασιλεία των Ουρανών. Για μας τους Έλληνες, που διαβάζουμε με πολύ συγκίνηση την πρώτην «Οδύσσεια», υπάρχει ο κίνδυνος να ξεχνούμε τις μεγάλες υποχρεώσεις που έχουμε στον «πρώτο μετά τον Ένα», όπως προσφυέστατα ονομάστηκε από κάποιο νεώτερο θεολόγο, στον μεγάλο απόστολο των Εθνών και ιδρυτή της Χριστιανικής Εκκλησίας της Ελλάδος, στον απόστολο Παύλο. Μα και σαν απλοί χριστιανοί αν αντιμετωπίσουμε τον «απόστολο της Ελλάδος», πρέπει να δούμε στο αγιασμένο και πληγωμένο απ’ τα «κατά πόλιν δεσμά και τας θλίψεις» πρόσωπό του, τον μεγαλύτερον ευεργέτη μας. Γιατί αυτός, με τη δύναμη και τη χάρη του Θεού, μας έδωκε μιαν αυθεντική ερμηνεία πάνω στις κύριες θεολογικές γραμμές της Καινής Διαθήκης, όπου βάδισε κατόπιν η Εκκλησία το λυτρωτικό δρόμο της σωτηρίας. Είναι όχι απλώς δύσκολο, μα αδύνατο ίσως, το να περιγράψει κανείς το πνευματικό μέγεθος του προσώπου και του έργου του αποστόλου Παύλου. Σήμερα, μάλιστα, που για τον πιο άσημο συγγραφέα ή κοινωνικόν εργάτη εξαντλούν οι στρατευμένοι εγκωμιασταί όλη την κλίμακα των επιθέτων, με ποιούς λόγους και με ποιά λεκτικά άνθη, να πλέξεις ένα στεφάνι άξιο για τον απόστολο εκείνον, που γύρισε ολάκερη την οικουμένη στην πίστη και στη σωτηρία που πηγάζει απ’ το Ευαγγέλιο του Χριστού; Γιατί πρέπει να ξέρουμε, πως όταν ο Παύλος άρχισε την αποστολή του ο Χριστιανισμός δεν ήταν παρά ένας μικρός κι ασήμαντος αριθμός χριστιανών, ανάμεσα στους φανατικούς Ιουδαίους. Όταν όμως, τριάντα χρόνια αργότερα, ο απόστολος Παύλος άφηνε τη γη αυτή, φεύγοντας για το ουράνιο αγαπημένο ταξίδι του, ο Χριστιανισμός είχε γίνει θρησκεία παγκόσμια για την εποχή εκείνη με υποδειγματική πνευματικήν οργάνωση. Κι ολ’ αυτά όχι σε ιδανική εποχή, από άποψη πολιτισμού ανθρώπων, ή μέσων κινήσεως και δράσεως. Ας θυμηθούμε τι γράφει στους Κορινθίους δια «τας βασάνους», που υπέστη στις περιοδείες του ανά τον κόσμο, κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο: «εν κόποις περισσοτέρως, εν πληγαίς υπερβαλλόντως, εν φυλακαίς περισσοτέρως, εν θανάτοις πολλάκις· υπό Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρά μίαν έλαβον, τρίς ερραβδίσθην, άπαξ ελιθάσθην, τρίς εναυάγησα, νυχθήμερον εν τω βυθώ πεποίηκα· οδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμών, κινδύνοις ληστών, κινδύνοις εκ γένους, κινδύνοις εξ εθνών, κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις· εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις πολλάκις, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψυχεί και γυμνότητι» (Β' Κορ. ια' 23-27).

Αυτός για τον οποίο ο υμνογράφος, γνωρίζοντας όσα έπαθε για τον Χριστό, απορεί και θαυμάζει, μη μπορώντας να εξυμνήσει επάξια («τα κατά πόλιν δεσμά και τας θλίψεις σου, τις διηγήσεται, ένδοξε Παύλε;») έγινε, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, «ο της οικουμένης διδάσκαλος, ο γην και θάλασσαν καθάπερ, υπόπτερος περιδραμών, το σκεύος της εκλογής, ο νυμφαγωγός του Χριστού, ο της Εκκλησίας φυτουργός, ο σοφός αρχιτέκτων, ο κήρυξ, ο δρομεύς, ο αγωνιστής, ο στρατιώτης, ο παιδοτρίβης, ο πανταχού της οικουμένης υπομνήματα της οικείας αρετής καταλιπών».

Έχει πολύ δίκαιο ένας νεώτερος ορθόδοξος θεολόγος, να ονομάζει τον απόστολο Παύλο «το μεγαλύτερον ανάστημα της χάριτος», συμφωνώντας με τον Ιερό Χρυσόστομο, που σε εφτά υπέροχες ομιλίες του εγκωμιάζει τον μεγάλον Απόστολο λέγοντας, πως συγκεντρώνει στον εαυτό του, και μάλιστα στον ύψιστο βαθμό, τις αρετές όλων των δικαίων και των αγίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Και τούτο, χωρίς να λείπει ούτε στιγμή κοντά απ’ τα προβλήματα των Εκκλησιών που ίδρυε σε όλη την οικουμένη. Ας προσέξουμε κι αυτή τη λεπτομέρεια. Κάτω απ’ τη λέξη «προβλήματα» που αναφέραμε, δεν εννοούμε μόνο τα γενικά προβλήματα οργανώσεως των χριστιανών στις νεοπαγείς Εκκλησίες. ’ Ηταν όλα τα μικρά και τα μεγάλα προβλήματα, τα οποία ξεφύτρωναν στα πνεύματα των χριστιανών που άρχιζαν μια νέα ζωή και που το ύψος, το πλάτος και η ποικιλία τους έφτανα: πότε μέχρι του «τρίτου ουρανού’ στις θεωρίες του Αποστόλου (χωρίς την έπαρση κάποιων συγχρόνων αστροναυτών, που βλέπουν με τα μάτια του κορμιού και δεν βλέπουν τίποτε), και πότε μέχρι τα πεζά και ακανθώδη προβλήματα της συζυγικής κοίτης. Πραγματικά, είναι δύσκολο, είναι των αδυνάτων αδύνατο, να εξηγήσει κανείς την καταπληκτική προσωπικότητα και τα τεράστια σε έκταση και βάθος πνευματικά αποτελέσματα του έργου του, δίχως να παραδεχθεί τον παράγοντα της θείας χάριτος. Όπως άρχισε το έργο του μ’ ένα μεγάλο θαύμα, έτσι κ’ η ζωή του ήταν ένα διαρκές θαύμα. Ένα θαύμα, που άλλαξε με τη χάρη του Θεού το ρεύμα της ανθρώπινης ιστορίας και το ’καμε να τρέχει, όχι προς τις χαώδεις σκοτεινές αβύσσους της γης, μα προς τον ουρανό, προς τον αγαπημένο του Χριστό. Κι αυτό το έργο που βάσταξε όσο και η ζωή του, ύστερα από την υπερφυσικήν επιστροφή του. Σε κάθε τομέα της ζωής, με κάθε μέσο, σε κάθε ευκαιρία. « Ευκαίρως ακαίρως», όπως γράφει στον άγιο Τιμόθεο (B' Τιμ. δ' 2). Και έτσι τα κατάφερνε πάντα να είναι και «απόστολος του Ευαγγελίου της πίστεως και κοινωνιολόγος του Χριστιανισμού, και θεολόγος αυθεντικώτατος, και ασκητής, και ποιμήν των Εκκλησιών, και δογματικός, και βαθύς μύστης και ερμηνευτής των μυστηρίων της βασιλείας των Ουρανών, και πατήρ και αδελφός των πιστών τρυφερώτατος» (π. Θεόκλητος Διονυσιάτης). Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος σε πολλές παλιές μικρογραφίες εικονίζεται εμπνεόμενος από τον απόστολο Παύλο ιδιαίτερα στην ερμηνεία των επιστολών του λέγει και τα εξής εγκωμιαστικά για τον άγιο Παύλο: «όταν δε Παύλον είπω, τον Χριστόν λέγω πάλιν... Ουχ ούτως ήλιος ανατείλας λαμπεράς αφιείς τας ακτίνας ευφραίνει μου τας όψεις, ως το πρόσωπον Παύλου καταυγάζει μου την διάνοιαν· ο μεν γαρ ήλιος τας όψεις φωτίζει, ο δε Παύλος εις αυτάς αναπτεροί τας αψίδας των ουρανών»!

Δεν μπορεί κανείς, μιλώντας για τον απόστολο Παύλο, έστω και σε σύντομες, αδρές γραμμές, να μην αναφερθεί στο θαύμα της Δαμασκού. Ας σκεφτούμε κ’ εμείς για λίγο τη Δαμασκό του Παύλου, ελπίζοντας και κοπιάζοντας συγχρόνως για μια προσωπική μας λυτρωτική και φωτιστική Δαμασκό. Κι ας μην πει κανείς, πως, αφού η ψυχή του ανθρώπου είναι «εκ φύσεως χριστιανή», τι χρειάζεται ο δρόμος της Δαμασκού για να επιστρέψουμε στον Χριστό; Πρέπει να μην ξεχνούμε, πως ο σατανάς δεν παύει ποτέ να μας πολεμάει, να μας ξεστρατίζει και να μας κάνει εχθρούς και διώκτες του Χριστού και του νόμου του. Γι αυτό κ’είναι απαραίτητο πάντα να θυμούμαστε και πάντα να ζητούμε το φως της Δαμασκού, που θα μας κρατάει, με μια θεία μέθη και έκσταση, στη στράτα πρώτα του Ευαγγελίου, στην ένωση ύστερα με το Θεό. Για να μπορέσουμε κ’ εμείς κάποτε κι αυτό είν’ ένα από τα υψηλότερα και αγιώτερα ιδανικά που πρέπει να έχει ο χριστιανός-να πούμε μαζί με τον απόστολο Παύλο: « εμοί το ζην Χριστός» ( Φιλ. α' 21), ή «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» ( Γαλ. β' 20), που είναι οι τελειότερες μορφές του χριστοκεντρικού μυστικισμού της Ορθοδοξίας.

* * *

Γεννημένος στην Ταρσο της Κιλικίας ο Σαούλ ή Σαύλος, έπο γονείς Εβραίους και πολύ πλούσιους, που είχαν αποκτήσει τον τίτλο του Ρωμαίου πολίτου, καλλιέργησε τα πλούσια πνευματικά του χαρίσματα, μαθαίνοντας όλο το Νόμο και τους Προφήτες παρά τους πόδας του περίφημου ραββίνου Γαμαλιήλ. Από υπερβολικό ζήλο προς τη θρησκεία των πατέρων του, μισούσε τους χριστιανούς και ήθελε να βοηθήσει με κάθε τρόπο στην εξαφάνισή τους. Στο λιθοβολισμό μάλιστα του πρωτομάρτυρος Στεφάνου, επειδή ήταν πολύ νέος και δεν επιτρεπόταν να λάβει μέρος στη φοβερή εκτέλεση, φύλαγε τα ενδύματα των λιθοβολούντων. Γεμάτος μίσος και μανία εναντίον των χριστιανών, «εμπνέων απειλής και φόνου» εις τους μαθητάς του Κυρίου, ζητάει απ’ τον αρχιερέα των Ιουδαίων συστατικές επιστολές για τις συναγωγές της Δαμασκού, όπου θα πάει για να πιάσει όσους χριστιανούς βρει και να τους φέρει δεμένους στα Ιεροσόλυμα. «Εν δε τω πορεύεσθαι», μας διηγείται με θαυμαστή λιτότητα ο άγιος Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, « εγένετο αυτόν εγγίζειν τη Δαμασκώ και εξαίφνης περιήστραψεν αυτόν φως από του ουρανού, και πεσών επί την γην ήκουσε φωνήν λέγουσαν αυτώ· Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;». Ο Παύλος τότε ρώτησε έκθαμβος: «Τις ει, Κύριε; ο δε Κύριος είπεν εγώ ειμί Ιησούς, ον συ διώκεις αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν και λαληθήσεταί σοι τι σε δει ποιείν» (Πράξεις, θ' 36). Σηκώθηκε βασταζόμενος απ’ τους συνοδούς του, που άκουσαν τη φωνή, μα δεν είδαν το αστραφτερό εκείνο φως που πλημμύρισε τον Απόστολο, και πήγε στη Δαμασκό, όπου τρεις μέρες έμεινε χωρίς να βλέπει τίποτε και χωρίς να βάλει ούτε ψωμί ούτε νερό στο στόμα του. Απ’ εδώ αρχίζει η νέα ζωή του μεγάλου διώκτη του Χριστιανισμού, που έγινε δοχείον περιεκτικόν της θείας χάριτος, «σκεύος εκλογής» και ο μεγαλύτερος διδάσκαλος του Ευαγγελίου της Νέας Διαθήκης.

Δε θέλω να σταθώ στις αντιρρήσεις της αρνητικής κριτικής, που βλέπει στην έλλαμψη του Παύλου απ’ το άκτιστο φώς μια πυρετική κρίση από αρρώστια των ματιών ή μια ηλίαση, για να εξηγήσει έτσι το όραμα τής Δαμασκού, κατεβάζοντάς το στις μικρές διαστάσεις ενός συνηθισμένου περιστατικού. Οι πυρετικές κρίσεις και οι ηλιάσεις καταφέρνουν τον πάσχοντα να μπει στο νοσοκομείο και δεν του δίνουν φτερά να οργώσει όλο τον κόσμο, κηρύσσοντας την εν Χριστώ ζωή και σωτηρία. Κ ενώ νωρίτερα, πριν απ την ώρα της Δαμασκού, έκανε σημεία και τέρατα εναντίον των χριστιανών όπως μας τα διηγείται εκεί που απολογείται προς το βασιλιά ’Αγρίππα: «και πολλούς απ’ τους αγίους έρριξα στις φυλακές, έχοντας αυτή την εξουσία απ τούς αρχιερείς και έδωκα την ψήφο μου για τη θανάτωσή τους. Και σ’ όλες τις συναγωγές, πολλές φορές τιμωρώντας τους, τους ανάγκαζα να βλαστημούν και, με περισσή μανία εναντίον τους, τους κατέτρεχα και στις ξένες ακόμη πολιτείες» τώρα, μετά το όραμα, γίνεται από Σαύλος (= ζάλη, για τους χριστιανούς που κυνηγούσε), Παύλος (= ανάπαυλα, ανάπαυση για τους πιστούς). Ο άγιος Πέτρος ο Δαμασκηνός, σχολιάζοντας την αλλαγή τού ονόματος, θυμάται το λόγο του ιερού Χρυσοστόμου: «όσον γαρ ετάραξε το πριν τους πιστούς, τοσούτον ύστερον ανέπαυσε πάντων τας ψυχάς, έργω και λόγω». Δέχεται την «επουρανίου φωτός εν αποκαλύψει και δυνάμει του Πνεύματος έλλαμψιν». Και τείναι αυτό το φως, που έφερε την έλλαμψη στον άγιο Παύλο; «τω μακαρίω δε Παύλω», απαντά ο άγιος Μακάριος (κεφ. ρλθ'), το ελλάμψαν εν τη οδώ φως, δι’ ου και εις τρίτον ουρανόν ήρται, και μυστηρίων αλαλήτων ακουστής εγένετο, ου νοημάτων τις και γνώσεως φωτισμός ην, αλλά δυνάμεως του αγαθού πνεύματος καθ’ υπόστασιν εν τη ψυχή έλλαμψις, ου την υπερβολήν της λαμπρότητος οι της σαρκός οφθαλμοί μη διενεγκόντες απετυφλώθησαν, δι’ ου πάσά τε γνώσις αποκαλύπτεται και ο Θεός προς αλήθειαν τη αξία και φιλουμένη ψυχή γνωρίζεται». Αυτή είναι η σοφία των αγίων, την οποία δεν θα μπορέσει ποτέ να πλησιάσει η εγκόσμια, η « μωρανθείσα» σοφία, που με σφαλερές και διανοητικές ερμηνείες επιχειρεί να εξηγήσει υπερφυσικά γεγονότα, όπως το όραμα της Δαμασκού και η υπερφυσική επιστροφή του αποστόλου Παύλου.

Τελειώνοντας, θα θέλαμε να θίξουμε κ’ ένα σημείο, που σπάνια το προσέχουν σήμερα οι χριστιανοί. Το αναφέρει ο απόστολος Παύλος στους Γαλάτας· « ότε δε ευδόκησεν ο Θεός, ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου και καλέσας δια της χάριτος αυτού αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί, ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσιν, ευθέως ου προσαναθέμην σαρκί και αίματι, ουδέ ανήλθον εις Ιεροσόλυμα προς τους προ εμού αποστόλους, αλλά απήλθον εις Αραβίαν, και πάλιν υπέστρεψα εις Δαμασκόν. Έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα...» ( Γαλ. α' 1518). Αυτό το « απήλθον εις Αραβίαν», δηλ. στην έρημο, όπου βρίσκει ο άνθρωπος τον εαυτό του και μπορεί να ακούει χωρίς παράσιτα τη φωνή του Θεού, και όπου η παρουσία του Θεού είναι σαν «αύρα λεπτή» και η φωνή του «αποκαλύπτει το Ευαγγέλιον εις τους Προφήτας και τους Αποστόλους», αυτό λοιπόν το « απήλθον εις Αραβίαν» μας δείχνει έναν τραχύ δρόμο, που οδηγεί στο υψηλό μα σκληρό μεγαλείο της αγιότητος. Πριν ξανοιχτούμε στο μεγάλο ταξίδι της ζωής –ή απλοί πιστοί είμαστε, ή θεολόγοι, ιερωμένοι, κατηχηταί, ιεροκήρυκες πρεπει να περάσουμε από κάποιο καμίνι μιας ερήμου. Από κάποια μακρυνή και άνυδρην έρημο, σαν την Αραβία από κάποιο αυστηρό, ασκητικό μοναστήρι, από κάποιο ΄Αγιον Όρος, όπου να ζήσουμε την αγιασμένη μοναξιά των μεγάλων Αγίων, απ’ την οποία πέρασε κι ο απόστολος Παύλος, για να φτάσει να πει εκείνο το λόγο: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.