ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα


ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

 

Η τουρκική τρομοκρατία εις την Κωνσταντινούπολιν

Διονυσίου Α. Κοκκίνου,
Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάστασις,
Αθήνα, 1956, τομ. Α. σελ. 369-377

Η τρομοκρατία ήρχισεν εις την Κωνσταντινούπολιν από των πρώτων ημερών του Μαρτίου.

Οι Τούρκοι εξαγριωμένοι διακηρύσσουν ότι η ήμερα, που θα τιμωρηθούν σκληρώς οι γκιαούρηδες δια την αχαριστίαν των και την θρασύτητά των, δεν είναι μακράν. Απειλούν, υβρίζουν. Έχει κυκλοφορήσει μεταξύ του τουρκικού όχλου η φήμη ότι ο σουλτάνος ηγανάκτησε τόσον όταν έμαθε την Επανάστασιν του Υψηλάντη εις την Μολδοβλαχίαν, ώστε έχασε τον ύπνον του, ότι ωρκίσθη εις την ιεράν σημαία του Προφήτου να λύτρωση το Ισλάμ από τους κινδύνους που διέτρεχεν εκ μέρους των απίστων, με γενικήν σφαγήν. Θα εκηρύσσετο ο Ι ερός πόλεμος εναντίον αυτών των ταπεινών ερπετών, που επεχείρησαν να δαγκάσουν το χέρι του αφέντη, τον οποίον υπεκρίνοντο έως τώρα ότι ήθελαν να φιλήσουν. Η ημισέληνος εκινδύνευε. Και τα κακοποιά στοιχεία, γενίτσαροι παραγκωνισμένοι, χαμάληδες, άεργοι των προκυμαιών, ευρήκαν ευκαιρίαν να δράσουν. Έγιναν επιθέσεις εναντίον καταστημάτων ελληνικών. Έλληνες εληστεύοντο εις τους δρόμους ε ν ονόματι της θρησκείας. Ουλεμάδες δυσαρεστημένοι μέχρι τούδε δια τας μεταρρυθμιστικάς τάσεις του σουλτάνου, τας οποίας εχαραχτήριζαν ως εισηγήσεις των εχθρών του Ισλάμ, αυτών των ιδίων των Ελλήνων που επανεστάτησαν σήμερον, ωργισμένοι δια την σουλτανικήν δυσμένειαν κατά των γενιτσάρων, τους οποίους ήθελαν ως όργανα και στηρίγματα της επιρροής των, περιωρισμένοι από αρκετού χρόνου λόγω της διαθέσεως του Μαχμούτ εναντίον των, περιέτρεχαν τώρα αχαλίνωτοι πλέον τας λαϊκάς τουρκικάς συνοικίας και διήγειραν τον φανατισμόν των μουσουλμάνων δια την κινδυνεύουσαν θρησκείαν εναντίον των συνωμοτών. Τοιούτοι δια τους ουλεμάδες ήσαν όλοι οι Έλληνες, αλλά προ παντός οι κάτοικοι της Βασιλευούσης, οι α ποφασίσαντες ν' αφανίσουν την Σταμπούλ, να δολοφονήσουν τον σουλτάνον και να βεβηλώσουν τα ιερά τεμένη.

Οι Ελληνες, έντρομοι, είχαν κλεισθή εις τα σπίτια των. Όσοι διέθεταν μέσα και προέβλεπαν την εξέλιξιν των γεγονότων, επροσπαθούσαν να εύρουν τρόπον ν' αναχωρήσουν από την Κωνσταντινούπολιν. Οι περισσότεροι, και κυρίως οι πλουσιώτεροι, οι εύποροι, οι γνωστοί εις τους Τούρκους δια την περιουσίαν των, δεν ετολ μούσαν να φανούν έξω από τας αυλάς των. Όλαι αι θύραι είχαν αμπαρωθή. Δια να προμηθευθούν τρόφιμα, μετεχειρίζοντο πτωχούς Τούρκους, τους οποίους είχαν ευεργετήσει άλλοτε και εξηγόραζαν τώρα την βοήθειάν των με πολλά χρήματα. Τα μέγαρα του Φαναρίου ήσαν κατάκλειστα. Προς τα εκεί εστρέφετο προ πάντων η μουσουλμανική μανία.

Έγιναν, εν τούτοις, κατά τας πρώτας αυτάς ημέρ ας μερικαί φυγαδεύσεις Ελλήνων υποβοηθηθείσαι από Τούρκους. Υπήρξαν πράγματι Τούρκοι, εις την ψυχήν των οποίων υπερίσχυε του θρησκευτικού φανατισμού το ανθρώπινον αίσθημα. Ο Τεσερφρατσής εφέντης συνεβούλευσε κρυφά τον αρχιμανδρίτην του Οικουμενικού θρόνου Διονύσιον Πύρρον τον Θετταλόν ν' αναχώρηση από την Κωνσταντινούπολη και να ειδοποιήση και τους εδικούς του να τον μιμηθούν. Αλλ' εκείνος εσκέφθη ότι έπρεπε να παραμείνη προς το παρόν, δια να μη ενοχοποιηθούν τα πατριαρχεία. Άλλοι εβοήθησαν τον πρώην ηγεμόνα Αλέξανδρον Χαντζερήν να φύγη από το προάστιον Βαλτά Λιμάνι, προς την Οδησσόν με όλην του την οικογένειαν. Την 6ην Μαρτίου έφυγαν επίσης διά την Οδησσόν και ο έμπορος Γεώργιος Χριστόπουλος και άλλοι. Η αναχώρησις του Χαντζερή, γνωσθείσα εις την Πύλην, εξηρέθισε περισσότερον τα πνεύματα. Εξεδόθη τότε διάταγμα να μετοικίσουν αμέσως εντός του Φαναρίου όλαι αι κατοικούσαι εις τας επαύλεις των τας ευρισκομένας εις τα προάστια του Βοσπόρου ηγεμονικαί και αρχοντικαί ελληνικαί οικογένειαι. Οι Φαναριώται υπήκουσαν και ο Πατριάρχης Γρηγόριος, ελπίζων ότι με το πνεύμα της ευπειθείας και της υποταγή ς δύνανται ν' αποτραπούν τα παρασκευαζόμενα δεινά, κατόπιν συμβουλίου της Συνόδου περί του πρακτέου, απηύθυνεν αναφοράν προς την Πύλην, δια της οποίας όλοι οι Έλληνες πρόκριτοι έδιδαν εγγύησιν δι' αλλήλους δια την εις την Κωνσταντινούπολιν διαμονήν αύτων και παρείχαν την διαβεβαίωσιν ότι, εφ' όσον ηδύναντο, θα συνέπρατταν ως πιστοί υπήκοοι του σουλτάνου εις την αποκατάστασιν της τάξεως. Με αυτήν την αναφοράν εγέλασεν ο κεχαγιάς της Πύλης Ζανήπ εφέντης, προς τον ο ποίον ε πεδόθη. Εγνώριζε τας διαθέσεις της Πύλης και προ παντός του σουλτάνου και τα μέτρα που επρόκειτο να ληφθούν δια την ασφάλειαν του κράτους και της θρησκείας.

Την 8ην Μαρτίου ανεγνώσθη εις όλα τα τζαμιά της Κωνσταντινουπόλεως φιρμάνι, δια του οποίου εζ ητείτο από τους πιστούς να είναι έτοιμοι και άγρυπνοι να κτυπήσουν, όταν τους δοθη η εντολή, τους εντός του κράτους ευρισκομένους ε χθρούς. Ώ φειλαν να οπλισθούν όλοι, πωλούντες δια την προμή θειαν όπλων ακόμη και τα έπιπλά των και αυτά τα σκεπάσματα των κρεβατιών των. Ο αγών θα εκηρύσσετο εντός ολίγου δια να εξιλεωθή ο ω ργισμένος Προφήτης, δια να σωθή το κράτος. Έ πρεπε να εκτελεσθούν αυτήν την ημέραν κατά φοβερόν τρόπον αι εντολαί του Κορανίου κατά του εχθρού. Οι Τούρκοι ώφειλαν να ενθυμηθούν τας παλαιάς δόξας, όταν η ημισέληνος εθριάμβευε κατακτώσα τους λαούς της γης και να επανέλθουν, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, εις την παλαιάν ζωήν του στρατοπέδου. Υπο χρεούτο κ άθε Τούρκος να προμηθευθή όχι μόνον καλά όπλα, αλλά και ένα άλ ογο και να ξαναγίνη πολεμιστής όπως οι έ νδοξοί του πρόγονοι, που εκέρδισαν την ευμένειαν του Προφήτου αποκεφαλίζοντες απίστους, χωρίς να γνωρίσουν άλλην ζωήν παρά την πολεμικήν, και οι οποίοι προσέφεραν εις τον Μωάμεθ Β' λάφυρον της ανδρείας των και των θυσιών των την Πόλιν, την ασφάλειαν της οποίας επιβουλεύοντο σήμερον οι γκιαούρηδες.

Ταυτοχρόνως ο σουλτάνος, με έμμονον την ιδέαν ότι δι' όλα αυτά έπταιαν οι διεφθαρμένοι, νωθροί και εγκαταλείποντες εαυτούς εις την ηδυπαθή ζωήν αξιωματούχοι Τούρκοι και ότι την ελληνικήν επανάστασιν επροκάλεσεν η κακοδιοίκησις, απηύθυνε δύο άλλα φιρμάνια, ένα προς τον κεχαγιάμπεην, σχετικόν προς το αναγνωσθέν εις τα τζαμιά, και ένα άλλο προς ολόκληρον το Οθωμανικόν έθνος. Μεταφέρομεν το δεύτερον, χαρακτηριστηκόν του τρόπου του σκέπτεσθαι και του κρίνειν του σουλτάνου Μαχμούτ Β' και της του ανικανότητος να εννοήση τα βαθύτατα αίτια της επαναστάσεως:

« Οι άπιστοι, μάρτυρες των ακολασιών των υ πουργών και των υπαλλήλων του κράτους μου και προβλέποντες ότι ούτοι δεν ήσαν ικανοί ν' αντισταθούν, ετόλμησαν να κινήσουν ένοπλον χείρα. Ηξεύρουν τοιούτο όλοι οι μεγιστάνες, οι υπουργοί και οι υπάλληλοι του κράτους μου και όμως ουδείς δεικνύει τον επιβαλλόμενον ζήλον. Οι γραφείς μεταβαίνουν εις την εργασίαν των μόλις την 3ην ώραν, αι υποθέσεις δεν διεξάγονται όπως πρέπει. Αλλά όλαι αι ωραι δεν είναι ώραι τρυφής.

Ιδού τα οικτρά αποτελέσματα της τοιαύτης ζωής. Εψυχράνθησαν οι μουσουλμάνοι. Αι ραδιουργίαι μεταξύ των υπαλλήλων δεν παύουν. Δια τούτο δεν θα συμβουλεύω εις το εξής, αλλά θα παραδίδω εις τας χείρας του δημίου τους διάγοντας παρόμοιον βίον, τους περιφρονούντας την θέλησίν μου να φέρωνται προς αλλήλους ως αδελφοί, τους τρέφοντας αμοιβαίον μίσος, τους μη εκτελούντας τα καθήκοντά των, τους μεταβαίνοντας αργά εις την εργασίαν των, τους κακολογούντας αλλήλους.

Ας ανοίξουν καλά τους οφθαλμούς των οι άνθρωποι αυτοί. Αι σημεριναί περιστάσεις δεν είναι όπως αι παρελθούσαι. Πρόκειται περί θρησκείας. Ο αυτοκρατορικός σκοπός μου είναι να κερδίσω τας καρδίας των αληθών πιστών και να ενισχύσω τον νόμον του Μωάμεθ. Είθε να αγρυπνήσετε όλοι. Αμήν! »

Εν τω μεταξύ είχε διακοινωθή εις το Οικουμενικόν πατριαρχείον η επιθυμία της Πύλης να εκδώση η Μεγάλη Εκκλησία αποφάσεις πατριαρχικαί, δια των οποίων να ενίσχυση κατά πρώτον το περί αμνηστίας φιρμάνι της Πύλης, δια του οποίου εκαλούντο οι χριστιανοί της αυτοκρατορίας να εμμείνουν εις την πίστιν των προς τον σουλτάνον και να επανέλθουν εις την ευθείαν οδόν οι αποπλανηθέντες από των επαναστατών με εμπιστοσύνην εις την μεγαλοψυχίαν του σουλτάνου. Έπειτα ο Πατριάρχης έπρεπε να λύση του προς την Φιλικήν Έταιρείαν όρκου τους μυηθέντας μέχρι τούδε, χαρακτηριζομένου τούτου ως πράξεως ασεβούς, και να καταρασθή και ν' αφορίση τον Αλέξανδρον Υψηλάντην και τον Μιχαήλ Σούτσον. Τα έγγραφα ταύτα έπρεπε να διατυπωθούν με ραγιαδικόν χαρακτήρα.

Η αξίωσις αυτή της Πύλης διεκοινώθη την 3ην Μαρτίου δια φιρμανίου αναγνωσθέντος εις το Οικουμενικόν πατριαρχείον από τον μέγαν διερμηνέα. Επηκολούθησαν συσκέψεις της συνόδου υπό την προεδρίαν του Πατριάρχου Γρηγορίου. Έξω του Πατριαρχείου ήρχισαν να περνούν υβρίζοντες και απειλούντες Τούρκοι εκ του λαού κατ' αρχάς, και έπειτα ένοπλοι φανατισθέντες από τους ουλεμάδες και παρορμώμενοι πλέον εναντίον των χριστιανών από το σουλτανικόν φιρμάνι. Οι συνοδικοί εν τω μεταξύ επροσπαθούσαν να ευρούν δικαιολογίαν προς αποφυγήν της εκτελέσεως των ζητηθέντων, και αφού κατέληξαν εις το συμπέρασμα ότι τοιούτο ήτο αδύνατον, ησχολήθησαν με την ηπιωτέραν διατύπωσιν των εγγράφων, δια των οποίων θ' απεδοκιμάζετο η επανάστασις. Η έκδοσις των κατά του Υψηλάντη και του Σούτσου επιτιμίων ανεβλήθη με την ελπίδα ίσως μεταβολής των σκέψεων του σουλτάνου.

Την 9ην Μαρτίου αίφνης διετάχθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης διά φιρμανίου να στείλη εις την Πύλην μερικούς από τους εγκριτωτέρους αρχιερείς, χωρίς να δικαιολογηθή η διαταγή αύτη. Ο σκοπός της προσκλήσεως ήτο ύποπτος. Ήσαν ήδη γνωστά τα φιρμάνια του σουλτάνου, τα καλούντα τους μουσουλμάνους να οπλισθούν. Το ολιγώτερον που ήτο πιθανόν να συμβή, ήτο να κρατηθούν οι ζητούμενοι ως όμηροι. Και απεφασίσθη να μεταβούν εις την Πύλην ο Εφέσου Διονύσιος, ο Δέρκων Γρηγόριος, ο Νικομήδειας Αθανάσιος, ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, ο Τυρνάβου Ιωαννίκιος, ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος και ο Αγχιάλου Ευγένιος. Οι επτά αρχιερείς παρουσιάσθησαν προ του Ρεήζ εφέντη - του Υπουργού των Εξωτερικών - και απεστάλησαν αμέσως εις ένα τουρκικό σπίτι, όπου η διαμονή των ήτο μεν άνετος, αλλά τους απηγορεύετο να δέχωνται και να βλέπουν άλλους εκτός των διάκων των.

Κατά την ιδίαν ημέραν πλήθος μουσουλμάνων, ανερχομένων περίπου εις δέκα χιλιάδας, έφθασε προ της κατοικίας του σεϊχουλισλάμ και εζήτει με αλαλαγμούς από τον ανώτατον πνευματικόν αρχηγόν των Μωαμεθανών την κήρυξιν του ιερού πολέμου κατά των χριστιανών και των αρχιερέων των. Εις του σεϊχουλισλάμ ευρίσκοντο κατ' εκείνην την ώραν ο υιός του Σταμπόλ εφέντης, ο αρχίατρος του σουλτάνου και μερικοί αξιωματούχοι της Πύλης. Έστειλαν και εκάλεσαν τον αρχιμανδρίτην του Πατριαρχείου Διονύσιον Πύρρον και τον ηρώτησαν αν ο Πατριάρχης ήτο φίλος του Υψηλάντη και αν είχεν ευνοήσει την έπανάστασιν. Ο αρχιμανδρίτης τους διεβεβαίωσε περί του εναντίου.

Μετ' ολίγον ο σεϊχουλισλάμ εκαλείτο εις τα ανάκτορα. Ο σουλτάνος του εζήτησεν αμέσως, άνευ περιστροφών, να εκδώση φέτφαν δια την κήρυξιν ιερού πολέμου . Εις την επανάσταση των Ελλήνων της Μολδοβλαχίας έπρεπε ν' απάντηση η Τουρκία δια σφαγών. Δεν εχρειάζετο παράδειγμα απλώς, αλλ' έπρεπε να δοθή πλήρης λύσις εις το ζήτημα. Το άπιστον γένος έπρεπε να εξολοθρευθή.

Ο σεϊχουλισλάμ, άνθρωπος με αγαθά αισθήματα, εζήτησεν ολίγον καιρόν δια να σκεφθή πριν εκδώση τον φετφάν. Έκρινεν ότι δεν ήτο δυνατόν ν' αποφασισθή εις μίαν στιγμήν η σφαγή εκατομμυρίων ανθρώπων.

Αλλ' ο σουλτάνος Μαχμούτ δεν είχε πλέον δισταγμούς. Επροχωρούσε εις την εκτέλεσιν του φοβερού αντεπαναστατικού προγράμματος με τον τρόπον που το είχαν εφαρμόσει και άλλοι σουλτάνοι προ αυτού. Με ενίσχυσιν μόνον της φρουράς της Κωνσταντινουπόλως δι' ισχυρότατων δυνάμεων, ωσάν η πρωτεύουσα του και τα ανάκτορα του ν' αποτελούσαν ολόκληρον το κινδυνεύον κράτος, και με σφαγάς. Αντί ν' απάντηση εις το κίνημα της Μολδοβλαχίας, το αποκάλυψαν ολόκληρον το επαναστατικόν δίκτυον των Ελλήνων, με κεραυνοβόλον στρατιωτικήν ενέργειαν εις όλην την Ελλάδα, να ενισχύσει όλας τάς φρουράς τών τουρκικών διοικήσεων της Στερεάς και της Πελοποννήσου, να συνθηκολόγηση όπως όπως με τον Αλή πασσάν, δεχόμενος προς το παρόν τον περιορισμόν του εις τα Ιωάννινα και αναβάλλων την τιμωρίαν του δι' ευθετωτέραν ώραν, ή να τον χρησιμοποίηση προς τρομοκράτησιν των γειτονικών του ελληνικών επαρχιών, ώστε κανείς να μη τολμήση να κινηθή, και να μείνη ελεύθερος ο καρφωμένος προ των Ιωαννίνων Χουρσίτ με τον πολυάριθμον στρατόν του δια ν' αντιμετωπίση την δι' όλων των σημείων προαγγελλομένην γενίκευσιν της επαναστάσεως, αντί τούτων συνεκεντρωσε στρατεύματα από την Ασίαν εις την Κωνσταντινούπολη, επολλαπλασίασε τας ε ντός της πόλεως φρουράς και ύπεδαύλιζε τον θρησκευτικόν φανατισμόν των Τούρκων της πρωτευούσης εναντίον των συμπολιτών των Ελλήνων, αποφασισμένος να ενεργήση την σφαγήν όλου του ελληνικού πληθυσμού της Κωνσταντινουπόλεως, ωσάν οι απειλούντες την αυτοκρατορίαν εχθροί να ήσαν οι α πόλεμοι και άοπλοι ραγιάδες της πρωτευούσης και αι οικογένειαί των. Αντί να συγκρότηση πολεμικόν συμβούλιον δια ν' αντιμετώπιση τήν κρίσιν και να εξασφάλιση δια στρατιωτικών μέτρων την γαλήνην χωρίς να διαταραχθεί η Ειρήνη, συνέτασσε διαρκώς φιρμάνια, άλλα άξια φανατικού ουλεμά, άλλα ελέγχοντα την κακοδιοίκησαν και την εξαχρείωσιν των υπαλλήλων, και αυτών ακόμη των κατωτέρων γραφέων, ωσάν να ευρίσκετο προ σκανδάλων και καταχρήσεων και να ήθελε ν' απαλλάξη τον κρατικόν οργανισμόν από τα κακά στοιχεία και να μη ευρίσκετο απέναντι ενός ολοκλήρου λαού της αυτοκρατορίας του έτοιμου προς επανάστασιν.

Είπομεν ότι ο Μαχμούτ ήτο ο ατυχέστερος των μέχρι της εποχής εκείνης σουλτάνων και δεν ήτο ο χειρότερος, αλλά δεν υπήρξεν άξιος των περιστάσεων. Άφησε να παρασυρθή από την οργήν του εναντίον της

«επαναστατικής θρασυτητος». Δια μιας εξεμηδενίσθησαν όλα του τα αγαθά στοιχεία και αι προθέσεις του να συγχρονισθή ως ηγεμών με τον αιώνα του, και εξύπνησεν εις την ψυχήν του ο παλαιός Ασιάτης, ο βάρβαρος, ο φανατικός μουσουλμάνος, ο ανίκανος να σκεφθή τίποτε άλλο παρά μόνον ότι η ασφάλειά του και η επιβολή του εξαρτώνται από το μαχαίρι το πρωρισμένον διά τους λάρυγγας των απίστων. Εν τω μεταξύ οι μουσουλμάνοι της πρωτευούσης ωπλίζοντο, στρατεύματα από την Ασίαν απεβιβάζοντο ολοένα εις όλην την πόλιν και εις τα προάστια ετοποθετήθησαν φυλάκια, ωσάν να επρόκειτο να εισελάση απειλητικός εχθρικός στρατός. Το Φανάρι, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι διαταχθέντες ν' αφήσουν τας εξοχικάς και παραθαλάσσιας των επαύλεις επιφανείς καί πλούσιοι Έλληνες, επολιορκείτο σχεδόν. Και μεταξύ των ενόπλων σωμάτων των κληθέντων να υπερασπίσουν τον σουλτανον και το Ισλάμ, ευρίσκοντο πρώτοι και καλύτεροι οι γενίτσαροι, κολακευμένοι τώρα από τον ίδιο ν τον σουλτανον, που εθεώρει προ ολίγου ακόμη χρόνου την διάλυσίν των ως την σημαντικωτέραν πράξιν της βασιλείας του, την οφειλομένην προς την Τουρκίαν δια την ανόρθωσίν της.

Οι νέοι σικελικοί εσπερινοί είχαν προπαρασκευασθή. Η Κωνσταντίνου πολις θ' αναζούσε με νέον λουτρον αίματος τας ημέρας και τας νύχτας των σφαγών των σουλτάνων Σελήμ του Α' και του Ιμβραήμ Χάν. Όλα ήσαν έτοιμα. Δεν έλειπε παρά η έκδοσις του φετφά του σεϊχουλισλάμ, δια του οποίου θα εκαλούντο οι μουσουλμάνοι εις επίθεσιν κατά των απίστων υπέρ της απειλούμενης θρησκείας. Αλλ΄ ο σεϊχουλισλάμ δεν απήντησεν εις την εντολήν με την προθυμίαν που επερίμενεν ο σουλτάνος. Είπομεν ότι εζήτησε ολίγον καιρόν δια να σκεφθη. Ο σουλτάνος εδυσφόρησεν, αλλ' ηναγκάσθη να περιμένη. Η ε ξουσία του σεϊιχουλισλάμ εις τα θρησκευτικά ζητήματα ήτο απεριόριστος και η έκδοσις φετφά, όπως ο ζητούμενος τότε υπό του Μαχμούτ, ήτο αποκλειστικόν του δικαίωμα. Οι σεϊχουλισλάμ ικανοποιούσαν συνήθως τυφλώς τας σουλτανικάς θελήσεις, διότι αν ο σουλτάνος δεν ημπορούσε να τους αφαιρέση τα μεγάλα δικαιώματα που είχαν εξ αυτού του Κορανίου, του ιερού νόμου δηλαδή της αυτοκρατορίας, ημπορούσεν όμως ν' αντικαθιστά τον σεϊχουλισλάμ και να διατάσση την θανάτωσίν του μετά την έκπτωσίν του.

Αλλ' ο κατά τον Μάρτιον του 1821 θρησκευτικός αρχηγός των Τούρκων ήτο άνθρωπος με αυτοβουλίαν, με ισχυρόν χαρακτήρα και με αντίληψιν δικαίου. Ψυχραιμότερος του σουλτάνου, βλέπων εις τα λαμβανόμενα υπό του Μαχμούτ μέτρα δημιουργίαν νέων κινδύνων και αποφάσεις αδίκους εναντίον αθώων ίσως ανθρώπων, ηθέλησε να στάθμιση τα πράγματα πριν ςκδώση τον φοβερόν φετφάν.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης επληροφορήθη τα διατρέχοντα και παραλαβών και τον Πατριάρχην Ιεροσολύμων Πολύκαρπον και μερικούς άλλους, έσπευσεν εις την κατοικίαν του σεϊχουλισλάμ. Ήθελε να βεβαιωθη αν όσα ήκουσε περί κηρύξεως Ιερού πολέμου ήσαν αληθή και ν' αποτρέψη τον κίνδυνον. Ο Μωαμεθανός ιεράρχης του εβεβαίωσε την επιθυμίαν του σουλτάνου δια την έκδοσιν του φετφά και ο Γρηγόριος, αφού επροσπάθησε να τον πείση ότι ο ελληνικός πληθυσμός της Κωνσταντινουπόλεως ήτο αμέτοχος εις την επανάστασιν του Υψηλάντη, τον εξώρκισεν εν ονόματι του Θεού και του ανθρωπίνου δικαίου ν' αποτρέψη την αποφασισθείσαν εις ώρας ψυχικής παραφοράς άδικον σφαγήν.

Ο σεϊχουλισλάμ ήκουσε τον Πατριάρχην με ευμένειαν και του απήντησε : - Μην αμφιβάλλετε δια την φιλανθρωπίαν μου και την ειλικρίνειαν του χαρακτήρος μου. Αλλ' αποδείξατέ μου ότι η επανάστασις αυτή δεν έχει γενικόν χαρακτήρα, όπως βεβαιούται, δηλώσατε μου ότι η πλειονότης του Έθνους σας δεν είναι ένοχος. Όλα τα άλλα εξαρτώνται παρ' εμού. Ούτε η υψηλή θέσις που κατέχω, ούτε αυτός ο κίνδυνος της ζωής μου ημπορούν να μου μεταβάλουν την αδιάσειστον απόφασιν να υπερασπισθώ με όλας μου τας δυνάμεις Έθνος, που απειλείται από αφανισμόν.

Ο Πατριάρχης υπεσχέθη αυτήν την επίσημον απόδειξιν. Με την πεποίθησιν πλέον ότι η σπάθη του Δαμοκλέους εκρέματο από μίαν κλωστήν επάνω από τας κεφάλας όλων των Ελλήνων, απεφάσισε την έκδοσιν των επιτιμίων κατά του Υψηλάντη και του Σούτσου και την αποδοκιμασίαν της επαναστάσεως υπό της Μεγάλης Εκκλησίας. Συνετάχθησαν τότε τρία πατριαρχικά έγγραφα, δια τνν οποίων αφωρίζοντο ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και ο Μιχαήλ Σούτσος με τας δριμυτέρας εκφράσεις, έλυοντο του όρκου των τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας και εκαλούντο οι Έλληνες εις ραγιαδικήν αφοσίωσιν και πίστιν εις τον σουλτάνον. Τα έγγραφα ταύτα ανεγνώσθησαν κατά πρώτον εις την Μεγάλην Εκκλησίαν των πατριαρχείων υπό αρχιερέως ευρισκομένου παρά τον πατριαρχικόν θρόνον και έπειτα υπεγράφησαν δια την εκδήλωσιν μεγαλυτέρας θρησκευτικής φρίκης επί της Αγίας Τραπέζης υπό των δύο πατριαρχών Γρηγορίου και Πολυκάρπου και ακολούθως υπό του πλήθους των λοιπών συνοδικών αρχιερέων. Κατά την ανάγνωσιν παρευρίσκοντο, αποσταλέντες υπό της Πύλης, μερικοί Τουρκοκρήτες, γνωρίζοντες τά ελληνικά, δια νά εξακριβώσουν αν τα έγγραφα είχαν συνταχθή κατά τας τουρκικάς υποδείξεις. Τα έγγραφα αυτά εστάλησαν δι' εξάρχων εις όλας επαρχίας.

Ασφαλώς ο Υψηλάντης εζημιώθη εκ του αφορισμού και του προσώπου του και του κινήματος του, ευρισκομένου τότε υπό οργάνωσιν ακόμη. Αλλ' η πράξις αυτή του Πατριάρχου Γρηγορίου δεν ήτο αποτέλεσμα ολιγοπιστίας εξ αδυναμίας, αλλά πράξις συνέσεως και σκληρά προσπάθεια προς αποτροπήν μεγάλου κακού: των σφαγών. Με τα έγγραφα αυτά ο Γρηγόριος εκέρδισε την ευμενή γνώμην του σεϊχουλισλάμ και ήλπιζεν ότι θα κατηυνάζετο το πάθος του σουλτάνου.

Και πράγματι, επί των εγγράφων τούτων εστηρίχθη την επομένην της εκδόσεως των ο σεΐχουλισλάμ όταν παρουσιάσθη προ του Μαχμούτ και επροσπάθησε να τον μεταπείση από της στυγεράς του αποφάσεως. Ο σουλτάνος όμως επέμεινε και τότε ο μωαμεθανός ιεράρχης ηρνήθη κατηγορηματικώς την έκδοσιν του φετφά.

Αι εις εκτέλεσιν του Ιερού νόμου σφαγαί απετράπησαν. Αλλ' ο σεϊχουλισλάμ επλήρωσε τα γενναία του αισθήματα με την ζωήν του. Εξωρίσθη αμέσως και καθ' οδόν ἐξολοφονήθη από τους ανθρώπους που τον συνώδευαν, κατ' εντολήν του σουλτάνου. Ο Μαχμούτ δεν ηρκέσθη εις τούτο. Έπαυσε και τον μέγαν βεζυρην Σαίδ- Αλή πασσάν και έπειτα από ολίγον καιρόν και τον διάδοχόν του Βεντερλή- Αλή πασσάν ως πολιτευόμενους κατά ήπιον τρόπον απέναντι των Ελλήνων. Του εχρειάζοντο βεζύρηδες αδυσώπητοι. Η γενική εξόντωσις απετράπη, αλλ' έπρεπε να πέσουν πολλά κεφάλια.

Κατά τα μέσα του Μαρτίου ο σουλτάνος εκήρυξε τον στρατιωτικον νόμον εις ολόκληρον το κράτος. Αλλά το ενδιαφέρον του κυρίως προς το παρόν ήτο δια μόνην την πρωτεύουσαν. Στίφη ενόπλων μουσουλμάνων, προερχόμενα από την ανατολικήν ακτήν του Βοσπόρου, απεβιβάζοντο ολοένα περί της Κωνσταντινουπόλεως. Εξ αυτών κατηρτίζετο επειγόντως στρατός. Και μόνον ένα μικρόν μέρ ος αυτού του στρατού εστάλη με πλοία δια του Ευξείνου εις την Σιλίστριαν δια την κατάπνιξιν του κινήματος του Υψηλάντη. Όλη η άλλη δύναμις διετέθη δια την πάλιν, τα προάστια και τας περί την πρωτεύουσαν ακτάς. Εδόθη διαταγή να παρασκευασθη εις τον Βόσπορον ο στόλος του Εύξεινου και του Αιγαίου.

Οι παλαιοί προμαχώνες του Βοσπόρου επεσκευάσθησαν και υψώθησαν νέοι. Κανόνια μεταφέρονται παντού. Γύρω από την πόλιν άνοιγαν τάφρους, τα οχυρώματα των Δαρδανελλιών ενισχύοντο με νέα πυροβόλα. Φυλάκια ετοποθετήθησαν εις όλα τα μέρη.

Τοιαύτα μέτρα ασφαλείας της Κωνσταντινουπόλεως δεν είχαν ληφθή παρά μόνον όταν κατά τον Φεβρουάριον του 1807 ο αγγλικός στόλος εφάνη προ της πρωτευούσης απειλών να την μεταβάλη εις ερείπια. Από όλον εκείνον τον στρατόν δεν εστάλη η παραμικρά δύναμις προς ενίσχυσιν των φρουρών της Πελοποννήσου, απ' όπου είχαν αγγελθή ανησυχητικά σημεία, και που είχε καταμηνυθή, όπως έπρεπεν άλλωστε και ν' αναμένεται, ότι θα καθίστατο η σοβαρωτέρα εστία της επαναστάσεως. Η Πύλη ηρκέσθη να δώση εντολήν να κρατηθούν ως όμηροι όλοι οι ευρισκόμενοι εις την Τριπολιτσάν αντιπρόσωποι των ελληνικών κοινοτήτων της Πελοποννήσου, καθώς και οι Ιεράρχαι, και να συγκεντρωθούν εκεί όλοι οι σημαίνοντες πρόκριτοι. Η τύχη των θα εκανονίζετο από τον Χουραίτ πασσάν, που του εδόθη η άδεια πάσης πρωτοβουλίας δια την Ελλάδα. Αυτό ήτο το μόνον προληπτικόν μέτρον, που ελάμβανεν ο Μαχμούτ απέναντι της επαπειλούμενης επαναστάσεως της κάτω Έλλάδος. Είχε στρατόν διαθέσιμον και καιρόν δια να τον χρησιμοποίηση, αλλά δεν τον έστειλεν. Όλη η δύναμις, ο στρατός και ο στόλος είχαν συγκεντρωθή εις την Κωνσταντινούπολη, παρέχουσαν θέαμα αμύνης εναντίον εχθρού απειλούντος με άμεσον εισβολήν.

Ο στρατός αυτός κινούμενος εντός της πόλεως, εις τα προάστια της και τας ακτάς του Βοσπόρου, ανήρχετο εις εκατόν πενήντα χιλιάδας. Ο ισχυρός στόλος ευρίσκετο ολόκληρος εις τα νερά του Μαρμαρά.

Παρουσίαζε κατ' αυτόν τον τρόπον ο Μαχμούτ το φαινόμενον ηγεμόνος μεσαιωνικού κ ράτους στερουμένου διοικητικής ενότητας και σπεύδοντος με την πρόβλεψιν πολέμου ή επαναστάσεως να οχυρώση και ν' ασφαλίση μόνον την πρωτεύουσάν του. Είχε χάσει κάθε ψυχραιμίαν. Εις την οργήν του κατά των επαναστατών της Μολδοβλαχίας προσετέθη και ο τρόμος. Ε πίστευεν ότι εκινδύνευεν εντός της έδρας του. Αυτό υπήρξε το κίνητρον της σπασμωδικής εκείνης και αλόγου στρατιωτικής ενεργείας και της εγκληματικής προπαρασκευής εναντίον του αμάχου πληθυσμού. Προ της προκυμαίας των ανακτόρων του Καδίκιοϊ, όπου έμενεν ο σουλτάνος, άραξαν από των πρώτων ημερών των γεγονότων τρία πλοία της γραμμής, ένα τρίκροτον και δύο δίκροτα με την εντολήν να είναι έτοιμα ν' αποπλεύσουν εις κάθε στιγμήν. Ήσαν προωρισμένα δια να χρησιμεύσουν ως καταφύγιον του σουλτάνου, αν ήναγκάζετο να φύγη καταδιωκόμενος. Ο φόβος του τον έκανε να θεωρή τούτο πιθανώτατον.

Τα μέτρα αυτά του Μαχμούτ απεδόθησαν υπό τίνων εις την ανικανότητα του νά σκεφθη και να κρίνη την κατάστασιν δια να την αντιμετώπιση. Αλλ' αι πράξεις του κατά το παρελθόν δεν τον είχαν δείξει τόσον ανόητον. Άλλοι το απέδωσαν εις τον χαρακτήρα του και ωμίλησαν περί της θηριωδίας και της αιμοδιψίας του. Αλλ' ο Μαχμούτ είχεν επιδείξει έως τότε διαθέσεις ειρηνικής πολιτικής, αγάπης προς τους λαούς του και αντίληψίν δικαίου. Δεν είχε προσπαθήσει ν' απαλλαγή από τους αγρίους φανατικούς γενιτσάρους ; Υπάρχονν χωρίς άλλο αντιφάσεις εις τας πράξεις του σουλτάνου Μαχμούτ. Αλλά τα εγκληματικά και τα άγρια μέτρα που έλαβε κατά τας αρχάς της ελληνικής επαναστάσεως μόνον ο τρόμος δύναται να έξηγήση. Ο τρόμος που αφυπνίζει έντονον το ένστικτον της αυτοσυντηρήσεως και μεταβάλλει τον άνθρωπον εις θηρίον.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.