ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Ο Προτεσταντισμός και ο Ελληνισμός

Μεθοδίου Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας (†),
Το ελληνικό υπόβαθρο του Χριστιανισμού,

εκδ. Αποστολικής Διακονίας, σελ. 237-245.

 

Προκειμένου να αναζητήσουμε την επίδρασι επί του Προτεσταντισμού των Ελληνικών πνευματικών αξιών, πρέπει να στηριχθούμε στις αρχές των κορυφαίων μεταρρυθμιστών Λουθήρου, Καλβίνου και Μελάγχθονος.

Ο Μαρτίνος Λούθηρος (1483-1546), ο οποίος δεν είχε τόση μόρφωσι όση συνήθως αποδίδεται σ' αυτόν, τιμούσε την ελληνική παιδεία και μάλιστα σε κάποιο λόγο του στις 16 Φεβρουαρίου 1538 είχε είχε ειπή magnam esse similitudinem Graecismi et Germanismi, quod multo satius esset Graecam quam Latinam linguam in Germania esse (1). Η ελλιπής όμως γνώσις των αρχαίων Ελλήνων Πατέρων και ο σκληρός αγώνας του Λουθήρου προς την Ρωμαϊκή Εκκλησία περιώριζε το ενδιαφέρον του και τα επιχειρήματά του στην αντίθεση της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τις Ρωμαϊκές καινοτομίες. Όχι μόνον ο Λούθηρος αλλά και οι μετέπειτα Λουθηρανοι προσπαθούσαν επιμόνως να εύρουν τα σημεία διαφωνίας της Ελληνικής Εκκλησίας προς την Ρωμαϊκή Εκκλησία ως ομόδοξο των Προτεσταντών. Επί πλέον διαπιστώνουμε ότι απ' όσα γράφει ο αείμνηστος Καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης στην ανωτέρω μνημονευθείσα μελέτη του, «ο Λουθήρος εθεώρει την Ορθόδοξον Καθολικήν Εκκλησίαν ως την αρχαιοτάτη πασών των Εκκλησιών, προϋπάρξασαν και αυτής της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, ήτις είχε μητέρα την Εκκλησία των Ιεροσολύμων, ούσαν κοινήν μητέρα πασών των Χριστιανικών Εκκλησιών. Επίσης εθεώρει αυτήν ως το καλύτερον τμήμα της οικουμενικής Εκκλησίας ( meliorem partem universalis Ecclesiae ), ης ουδέν έτερον τμήμα έδωκεν περισσότερους και εξοχωτέρους συγγραφείς και αγίους, από όσους έδωκεν η Ελληνική Εκκλησία «(2). Τέλος, αφού απέρριψε την αυθαίρετον και κακόβουλον λατινικήν δυσφημίαν, ότι συνέπεια της μη αναγνωρίσεως του κυριαρχικού πρωτείου απώλεσαν οι Έλληνες μετά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και την ορθόδοξον πίστιν και έγιναν ου μόνον σχισματικοί αλλά και αιρετικοί, υπερημύνθη ο Λούθηρος της Ορθοδοξίας και της ανεξαρτησίας και αυτοτέλειας της Ανατολικής Εκκλησίας, της οποίας αναρίθμητοι επίσκοποι και άγιοι μάρτυρες ουδέποτε υπήχθησαν υπό την εξουσίαν του επισκόπου Ρώμης (3).

Είναι εμφανές πως ο Λούθηρος, αγνοώντας τη ζωή και την ιστορία της Ελληνικής Εκκλησίας, την θυμόταν μόνον όταν είχε να αντ ἲ μετωπίση τις διαφορές της δικής του μεταρρυθμίσεως με την Ρωμαϊκή Εκκλησία. Αλλ ' αυτό συνέβαινε και από την πλευρά της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, προκειμένου να καταβάλει την Διαμρτύρησι. Έτσι η Ελληνική Εκκλησία καθίστατο αυθεντία σ' αμφότερα τα μέρη.

Πάντως στη γνωστή διάλεξη της Λειψίας, 4-14 Ιουλίου 1519 με τον επιφανή ρωμαιοκαθολικό θεολόγο Ιωάννη Έκκιο, ο οποίος αποκαλούσε τους Έλληνες όχι μόνον σχισματικούς, αλλά και αιρετικούς non solum fuise schismaticos, sed haereticissimos, είπε ο Λούθηρος εν σχέσει προ τους ψευδείς και συκοφαντικούς αυτούς ισχυρισμούς του Εκκίου, ότι ούτος ετόλμησε να χαρακτηρίση πάνυ μετριοφρόνως, τους Έλληνας ως μεγίστους αιρετικούς, καίτοι ουδέν άλλο τμήμα της οικουμενικής Εκκλησίας έδωκε περισσοτέρους και εξοχωτέορυς συγγραφείς, από όσους έδωκεν η Ελληνική Εκκλησία. Illud magis attendendum est, quod Graecas haereticissimos ausus est appelare satis modeste, cum in universa Ecclesia nulla pars dederit plures excellentiores scriptores, quam Graeca (4).

Περαιτέρω ο Λούθηρος προβαίνει ευκαίρως - ακαίρως σε φιλορθόδοξες και φιλελληνικές διακηρύξεις που φανερώνουν όχι μόνον την ιδιοσυγκρασία του, αλλά και τις μεταπτώσεις του, συνεπεία του τιτάνιου αγώνα που είχε αναλάβει εναντίον των καταχρήσεων της Ρωμαϊκής Εκκλησίας.

Ο παρορμητισμός του Λούθηρου φαίνεται ακόμη σε κάποιο επιτραπέζιο λόγο του, όταν είπε ότι ο Θεός οργισθείς αφαίρεσε το λόγο του από τους Έλληνες και έδωκε σ' αυτούς μεν τους Τούρκους και τον Μωάμεθ, στους Γερμανούς δε και τους Ιταλούς τον Πάπα ( Graecis verbum abstulit et dedit eis Turcam ac Mahometen, nobis et Italis Papam, -Καρμίρης, αυτόθι, σελ. 204). Αλλά γενικώς, άγνωστο γιατί ο Λούθηρος δεν έστρεψε τον προτεσταντισμό προς την Ορθόδοξο Εκκλησία. Η μόνη εξήγησις είναι ότι παρά τις διαμαρτυρίες του κατά της Ρωμής περέμεινε ένας λατίνος θεολόγος, δεμένος με τις λατινικές κατηγορίες σκέψεως.

Το κείμενο στο οποίο ο Λούθηρος συνοψίζει τις απόψεις του περί των Ελλήνων Πατέρων επιτιθέμενος κατά του Εκκίου, έχει ως ακολούθως κατά μετάφρασι (από τη λατινική) στην έκδοσι της μελέτης του Καθηγητού Ι. Καρμίρη περί του Λουθήρου και του Μελάγχθονος (5).

« Παρακαλώ πάντα χριστιανόν, όπως μετά χριστιανικής αγάπης, κρίνη ακριβώς, εάν δεν είναι τελείως αναίσχυντος αδικία, να θέλωμεν να εκβάλωμεν της Εκκλησίας τόσας πολλάς χιλιάδας μαρτύρων και αγίων, οίτινες έζησαν επί 1400 έτη εν τη Ελληνική Εκκλησία, και επί πλέον θέλωμεν και αυτούς τους εν τω ουρανώ νυν θριαμβεύοντας αγίους και απελάσωμεν εκείθεν; Διότι, όσον και αν το θέλωσιν εμμανώς όλοι οι κόλακες του Ρωμαίου ποντίφηκος, δεν δύνανται να αρνηθώσιν, ότι η Εκκλησία του Χριστού ιδρύθη και περιέλαβε πολλά μέρη της οικουμένης είκοσι έτη πριν αναφυή η Εκκλησία της Ρώμης δια του Πέτρου, ως σαφέστατα εξάγεται εκ της επιστολής προς Γαλάτας 1, 18 εξ., ένθα ο Παύλος γράφει, ότι μετά τρία έτη ήλθεν εις τον Πέτρον, έπειτα δε μετά δέκα τέσσερα έτι πάλιν ανέβη προς τον Πέτρον · άτινα αθροιζόμενα ευρίσκονται δέκα και οκτώ περίπου έτη μετά την ανάληψιν του Χριστού, κατά τα οποία ο Πέτρος ήτο εισέτι εν Ιεροσολύμοις, ίνα αποσιωπήση τα έτη, καθ' α ήδρευεν εν Αντιοχεία, ώστε να μην είναι δυνατόν να λεχθή, ότι η Εκκλησία της Ρώμης είναι πρώτη και κεφαλή θείω δικαίω. Αλλά σημαντικώτερον είναι εκείνο, ότι η Ελληνική Εκκλησία ουδέποτε μέχρι τούδε εδέχθη, όπως οι επίσκοποι αυτής επικυρούνται και αναγνωρίζονται υπό της Ρώμης. Αλλ ' εάν η τελευταία αύτη κατείχε την εξουσίαν ταύτην θείω δικαίω, θα έπρεπε πάντες οι επί τόσον μακρόν χρόνον επίσκοποι της Αλεξανδρείας και της Κωνσταντινουπόλεως ων τίνες ανεδείχθησαν αγιώτατοι, ως Γρηγόριος ο Νανζιανζηνός και πλείστοι άλλοι, να ήσαν αναθεματισμένοι, αιρετικοί και Βοημοί. Ειδεχθεστέραν όμως βλασφημίαν ταύτης δεν θα ηδύνατο τις να είπη ...Ο ισχυρισμός του Εκκίου, ότι ναι μεν οι Έλληνες υπήρξάν ποτε χριστιανικώτατοι, αλλ ' αφ' ότου ηπείθησαν εις την Ρωμαϊκήν Εκκλησίαν απώλεσαν μετά του κράτους και την πίστιν, είναι ο αυτός με τον χθεσινόν ισχυρισμόν αυτού, ότι ούτοι κατενικήθησαν υπό των πυλών του Άδου· εν τούτω δε ερμηνεύει την Αγίαν Γραφήν ούτως, ώστε υπό την νίκην του κατά της Εκκλησίας νοεί την απώλειαν της επιγείου ζωής και των εν χρόνω πραγμάτων, δηλαδή ως εάν η πίστις θα ηδύνατο να διασωθή, εάν το Κράτος απώλετο, και ως εάν ηδύνατό τις να συμπεράνη : εν Ελλάδι δεν υπάχρουσι χριστιανοί, επειδή δεν υπάρχει Κράτος, ταυτόν ειπείν, οι μάρτυρες κατενικήθησαν υπό του άδου ... Ως προς την από 1400 ετών δε υφισταμένην Ελληνικήν Εκκλησίαν γνωρίζω μετά βεβαιότητος, ότι ούτε ο Ρωμαίος ποντίφηξ, ούτε όλοι οι κόλακές του δύνανται να εκβάλουσι του ουρανού τους πολυαρίθμους Αγίους αυτής, οίτινες ουδέποτε υπήχθησαν υπό την εξουσίαν του Ρωμαίου ποντίφηκος ... Ουδ ' είναι αναγκαίον προς σωτηρίαν, να πιστεύη τις εις την Ρωμαϊκήν Εκκλησίαν ως ανωτέραν των άλλων... Γνωρίζω, ότι εσώθησαν Βασίλειος ο μέγας, Γρηγόριος ο Νανζιανζηνός, Επιφάνιος ο Κύπριος και αναρίθμητοι άλλοι Έλληνες επίσκοποι, καίτοι δεν εδέχοντο το άρθρον τούτο... Επίσης δεν ήτο δεκτόν υπό των Ελλήνων επισκόπων, ότι ο Ρωμαίος ποντίφηξ είναι γενικός επίτροπος του Χριστού...Η Ανατολική Εκκλησία αριθμούσα βίον 1400 ετών, είναι το καλύτερον τμήμα της Οικουμενικής Εκκλησίας. Εάν οι άγιοι αυτής είναι αιρετικοί, επειδή δεν ανεγνώρισαν τον Ρωμαίον ποντίφηκα, τότε θα καταγγείλω και εγώ ως αιρετικόν τον αντίπαλόν μου ( Έκκιον ), επειδή ετόλμησε να ισχυρισθή ότι οι πολυάριθμοι υπό της οικουμενικής Εκκλησίας τιμώμενοι Άγιοι τυγχάνουσιν αναθεματισμένοι».

Ο Φίλιππος Μελάγχθων (1497-1560) υπήρξε ο πνευματικός ηγέτης του Προτεσταντισμού και αναμφισβήτως θερμός φιλέλλην. Θαύμαζε κάθε τι το Ελληνικό όπως οι ανθρωπιστές, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο Λούθηρος. Λόγω δε της μεγάλης εκτιμήσεως του Μελάγχθονος για την Ελληνική Εκκλησία και τους Έλληνες Πατέρες ο Λούθηρος, σε επιστολή του προς τον Σπαλατίνον την 2 Σεπτ. 1518 αποκαλούσε τον Μελάγχθωνα Graecissimus, eruditissimus, humanissimus Philippus.

Ο Μελάγχθων αναγνώριζε τους Έλληνες Πατέρες ως αυθεντικούς ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης, κυρίως λόγω της ταυτότητος της απ' αυτούς ομιλουμένης και γραφομένης γλώσσας προς εκείνη της Καινής Διαθήκης, ακόμη και ως ισταμένους εγγύτερα προς τις πηγές του Χριστιανισμού. Εκτός τούτου ο Μελάγχθων αγωνιούσε με την υποταγή των Ελλήνων στους Τούρκους και με τα διενοπαθήματά τους από τους κατακτητές (6).

Από τους τρεις μεταρρυθμιστές Λούθηρο, Μελάγχθωνα και Καλβίνο, ο δεύτερος είχε μεγαλύτερη εξάρτηση από τους Έλληνες σοφούς, ενώ ο τρίτος ήταν γνώστης περισσότερο πάντων των αρχαίων Ελλήνων σοφών. Ο Ιωάννης Καλβίνος (1509-1564) δεν περιοριζόταν μόνο στους θεολόγους, γιατί δεν έπαυε να πλημμυρίζη τον νου του με την σκέψη της αρχαιότητος ακόμη και μετά την προσχώρησή του στην Μεταρρύθμισι. Ο Πλάτων, τον οποίο φαίνεται ότι δεν γνώριζε ιδιαίτερα, τώρα μετατρέπεται σ' έναν από τους συγγραφείς στον οποίο πολλάκις αναφέρεται, μολονότι αποφεύγει γενικά ν' αναφέρη το όνομά του (7).

Εκτός από τους Έλληνες Πατέρες στους οποίους παραπέμπει, με ιδιαίτερη προτίμησι τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, στο γνωστό έργο του Institutio Religionis Christianae, ο Καλβίνος παραπέμπει και στον Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Θεμίστιο, Κικέρωνα, Ωριγένη και Αυγουστίνο (8). Ο ειδικός στον Καλβίνο Fran ç ois Wended παρατηρεί πως δεν εδίσταζε να παραδέχεται ότι οι φιλόσοφοι έλαβαν κάποια ειδική διαφώτισι όσον αφορά τον Θεό. Ακριβώς επειδή ο Πλάτων είδε την εικόνα του Θεού στην ψυχή, εξαιρείται από την γενικότητα των φιλοσόφων στους οποίους ο Καλβίνος δεν έβλεπε ορθή διατύπωσι περί ψυχής (9). Εκτός από τους ανωτέρω, φαίνεται πως ο Καλβίνος εγνώριζε και επωφελείτο και από τους Στωϊκούς, γι' αυτό και ο Λούθηρος τον κατηγορούσε για Στωϊκή μοιρολατρία ( Stoic fatalism and whoever does not agree with Zeno is thrown into prison ) και ακόμη πως ο Καλβίνος εισήγαγε εκ νέου κάτω από την χριστιανική μάσκα την fatalistic teaching του Στωϊκισμού, αλλά ο Καλβίνος με αγανάκτησι απέρριπτε αυτή την κατηγορία, γιατί η διδασκαλία του στηριζόταν στην πίστι ενός προσωπικού Θεού κυριαρχούντος σ' όλον τον κόσμο και σ' όλες τις μοίρες (προορισμούς) (10). Αναφέρθηκε από τον Wendel και ο Ωριγένης. Πράγματι φαίνεται πως εγνώριζε την ελκυστικότητα της αλληγορικής μεθόδου του Ωριγένους (11), αλλά πρακτικά υιοθετούσε και αναδημοσίευε τη γνώμη του Ωριγένους, την οποία ακολουθούσε ο Γρηγόριος ο Νύσσης, ότι το σώμα μετά την ανάστασι was spiritualised and deified κατά ητέτοιον τρόπ ώστε να διαφέυγη από τους περιορισμούς της γήινης φύσεως and was henceforth in all parts of the world as well as in heaven (12).

Αποφεύγοντας τις λεπτομέρειες για τη σχέσι των Προτεσταντών προς τον Ελληνισμό συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σ' όσα γράφει, γενικά μετά από βαθειά έρευνα στο θέμα, ο E. Molland (13): « Historians and thinkers of the Protestant tradition have often pronounced werdicts on the Alexandrian Fathers more favourable than those contained Luther ' s uncomprehending utterances. But there will always be something which separates them from the Alexandrians. They may write of them with great admiration, as Harnack and Hal Koch have done, but not with sympathy... Ι t is characteristic that those who in modern times have loved Clemen and Origen have been, with some significant exceptions, not roman Catholics (The roman verdict on Origen, as pronounced by Caesar Baronius, is not much more favourable than Luther's ( καίτοι για άλλους λόγους αντιπαθούσεν ο Βαρώνιος τον Ωριγένη από εκείνους του Λουθήρου και των Προτεσταντών ), nor Lutherans, nor Calvinists, but Anglicans. After the times of Erasmus, the two Alexandrians have been read with more love (to mention some names) by the Cambridge Platonists, Joseph Butler, John Henry Newman, Frederic Denison Maurice, B. F. Westcott, Charles Bigg, W. R. Inge, and by Fenelon, Huetius and Eugéne de Faye» (14).

Μεγάλο σεβασμό έτρεφε προς τους Έλληνες Πατέρες και ο μεγάλος ανθρωπιστής Έρασμος (1469-1536). Έδινε μεγάλη σημασία στους Χριστιανούς Πατέρες, γιατί παρέδωκαν όχι μόνο ανθρώπινη σοφία, αλλά με τη χάρι του Αγίου Πνεύματος και θεία διδάγματα. Ο Έρασμος έβλεπε την αρχαιότητα και το Χριστιανισμό να συμβαδίζουν, in einem Nebeneinader, αλλά υπέτασσε τα αρχαία πολιτιστικά αγαθά στο μοναδικό σκοπό, το Χριστό (15).

Ο Έρασμος ήταν ανθρωπιστής και αγωνιζόταν για την αναζωπύρησι των Ελληνικών γραμμάτων. Χαρακτηριστικό και αθάνατο παραμένει το κομμάτι του Εράσμου στο Εγχειρίδιο του Χριστιανού Στρατιώτη (1504) που χρειάζεται να το διαβάζουμε κι εμείς καθημερινά. Γράφει: «Παρακαλώ τους συκοφάντες μου να καταλάβουν πως αφιέρωσα τα νειάτα μου μελετώντας με πάθος τ' αρχαία γράμματα και με πολλά ξενύχτια μπόρεσα ν' αποκτήσω μια μέτρια γνώση της λατινικής και της ελληνικής γλώσσας, όχι γιατί αναζητούσα κάποια μάταιη δόξα ή για να ευφράνω μ' ασήμαντες χαρές το πνεύμα μου, αλλά για να ομορφύνω το ναό του Κυρίου, που τον ντροπιάζουν η αμάθεια κι η βαρβαρότητα· για να στολίσω με πλούτη παραγνωρισμένα και να παρακινήσω τις γενναίες διάνοιες ν' αγαπήσουν τις άγιες Γραφές» ( Στο έργο τούτο ο Έρασμος αντλεί άνετα από τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο και ευσεβέστατος αυτός εκφραστής του πνεύματος της Αναγεννήσεως ψάλλει τα εξ αμάξης στους Ποντίφηκες, τους Καρδιναλίους, στους επισκόπους και στους καλογέρους. Έτσι, γράφει, δεν υπάρχει τάξη ανθρώπων να ζη πιο ραχατλίδικα και ξέγνοιαστα... με τους τίτλους του Μακαριωτάτου, του Σεβασμιωτάτου, του Παναγιωτάτου ... να ευλογούν και ν' αναθεματίζουν. Αλλά γι' αυτά θα γράψουμε στο δεύτερο μέρος του έργου τούτου.


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

(1) Ιωάννου Καρμίρη, Ο Λουθήρος και ο Μελάγχθων περί της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Θεολογία 34 (1963), σελ. 7, σημ. 2.

(2) Ταύτα όμως έρχονται σε αντίθεσι με όσα γράφει ο καθηγ. Καρμίρης στην σελ. 361 της μελέτης του, περί της αξίας που απέδιδε ο Λούθηρος στους Έλληνες Πατέρες. Γράφει: «Ο Λούθηρος δεν εδέχετο τους Πατέρας ως receptas autoritates, απορρίπτων την αυθεντίαν και το κύρος αυτών. Εξαιρέσει του ιερού Αυγουστίνου, υπετίμα τους άλλους Πατέρας, και ιδίως εθεώρει ως μηδαμινούς ( nichts ) τους τρεις μεγάλους Ιεράρχας και Οικουμενικούς διδασκάλους: Μέγαν Βασίλειον, Γρηγόριον Ναζιανζηνόν και περισσότερο πάντων τον Ιωάννην Χρυσόστομον, όστις κατ' αυτόν «συνέγραψε πολλά βιβλία, τα οποία είχον μεν μεγάλη λάμψιν, αλλ ' ήσαν εις μέγας, έρημος και άτακτος σωρός και σάκκος πλήρης λέξεων, όπισθεν των οποίων ουδέν είναι»! Προς τούτοις δε ισχυρίζετο, ότι και «εις τον Ωριγένην ουδεμία λέξις περί Χριστού είρηται »! Και προσθέτει ο αείμνηστος διδάσκαλος Καρμίρης:» Νομίζομεν, ότι αι ημαρτημέναι αύται κρίσεις του Λουθήρου περί των ειρημένων των Ελλήνων Πατέρων, ους ουδέ κατ' όνομα αναφέρει εν τοις συγγράμμασιν αυτού, οφείλονται εις την άγνοιαν αυτών και της διδασκαλίας των, γνωστού όντος ότι ο Λούθηρος δεν διεκρίνετο επι μεγάλη ελληνομαθεία, ώστε να δύναται να μελετά τα συγγράμματα αυτών εν τω ελληνικώ πρωτοτύπω και ούτω να διεισδύη βαθέος εις το περιεχόμενον αυτών». Περιττόν ενταύθα να λεχθή πως υφίσταται και άλλος λόγος που παρέσυρε τον Λούθηρο στη θέσι αυτή, γιατί προσπαθούσε να εκμηδενίση το κύρος της Ιεράς Παραδόσεως, αφού έμενε πιστός στην αρχή του sola scripta.

(3) Ι. Καρμίρης, ε.α. σελ. 19.

(4) Τις περιπτώσεις αυτές, θετικές και αρνητικές, έναντι της Ορθοδόξου Εκκλησίας περισυνέλεξε και κατέταξεν ο Καρμίρης και με βάσι αυτές έδωκε το 1962 φροντιστηριακές διαλέξεις στη Λούνδη και στην Ουψάλα με θέμα, Ο Λούθηρος και ο Μελάγχθων περί της Ορθοδόξου Εκκλησίας, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Θεολογία 34 (1963) σελ. 7-25, 196-213 και 359-389. Για τη στάσι του Λουθήρου έναντι του Εκκίου βλ. αύτοθι, σελ. 15.

(5) Ε. α. σελ. 17. Πρβλ. Johannes Kalogirou, Die Tätigkeit der Orthodoxen Kirche bei Icher ersten Begegnung mit der Reformation ( Ein Beitrag zum Verständnis der Neueren Auffassungen ) . Ανάτυπο από την Επιστ. Επετηρίδα της Θεολ. Σχολής, τομ. 6 (1961), Θεσσαλονίκη (1962), σελ. 3-22.

(6) F. W. Katzenbach, Das Rimgen um die Einheit der Kirche in Jahrhundert der Reformation. Quellen und Motibe des "ö kumenischen Gedankens' von Erasmus von Rotterdam bis Georg Calixt, Stuttgart (1957), σελ. 53 και 75.

(7) Βλ. τα περιστατικά της προσεγγίσεως του Μελάγχθονος προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την μετάφρασι στα Ελληνικά της Αυγουσταίας Ομολογίας, το φιλορθόδοξο περιεχόμενό της και τη σημερινή σημασία της στη μελέτη του George Florovsky, Patriarch Jeremiah II and the Lutheran Divines στο Christianity and Culture, vol. II, Belmond (1974), σελ. 143-160. Περί της Αυγουσταίας Ομολογίας και της αλληλογραφίας του πατριάρχου Ιερεμίου Β΄και των Βιττεμβεργίων θεολόγων βλ. και Ι. Ν. Καρμίρη, Ορθοδοξία και Προτεσταντισμός, Αθήναι (1937) σελ. 79-135. τα αυτά και πάλι στην Περί Λουθήρου και Μελάγχθονος μελέτη του Ι. Καρμίρη, σελ. 366-389. Για μια σύγχρονη περιεκτική εξέτασι της πορείας των Λουθήρου, Ζβιγγλίου και Καλβίνου βλ. G. R. Elton, Reformation Europe, 1517- 1559, 13 η έκδ. London (1972). Ο Elton γράφει τα εξής χαρακτηριστικά για τον Μελάγχθονα : «Melanchton supplied the systematic theology of which Luther ' s wayward genius was not capable. This infant prodigy- at twenty- one a professor of Greek at Wittenberg, a learned Hebraist, the most distinctively humanist influence on Lutheranism- aptly complemented his master's gifts with his own; ..., σελ. 55. «Philipp Melancthon hatte schon auf Grund seiner humaniteschen Erziehung zu dem Vätern der Griechischen Kirche ein besinders nahes Verhältnis ... » γράφει ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Μαρβούργου Ernst Benz, περιοδικό Θεολογία Λ΄ (1959), σελ. 346. Βλ. και κατωτέρω.

(8) F. Wendel, Calvin. The origins and Development of His Religious Thougth, Transl. by Ph. Ph. Marret, London (1972), 4 η έκδ. σελ. 115.

(9) Wendel, ε. α. σελ. 214.

(10) Wendel, αύτοθι, σελ. 34, 164, 174. The Hellenic spirit faded little by little before the Christian spirit; nevertheless, Calvin preserved to the end the reputation of an excellent humanist (J. Neuenhaus, Calvin als humanist, Calvinstudien, Leipzig (1909) σελ. 2. Στο υπόμνημά του στο έργο του Σενέκα « De Clementia », ο Καλβίνος υπογραμμίζει ομοιότητε μεταξύ Χριστιανισμού και Στωϊκισμού. Ακόμη και o Wendel (σελ. 31) γράφει : "Calvin's humanism is evident in his method properly so called. In his Commentary he shows a remarkable knowledge of classical antiquity and a hardly less accurate knowledge of some of the Fathers of Church. Πρβλ. σελ. 33, επίσης.

(11) Hunder, A. Mitchell, The teaching of Calvin. A Modern Interpretation. Glasgow (1920), σελ. 46-47, 121, 126.

(12) Hunder, αυτόθι, σελ. 82.

(13) Hunder, αυτόθι σελ. 175.

(14) E. Molland, The Gospel in the Alexandrian Theology, ε. α. σελ. 172-173

(15) Περί της στάσεως των Αγγλικανών έναντι των Ελλήνων Πατέρων και του Ελληνισμού γενικώτερα θα ομιλήσουμε στο δεύτερο μέρος της παρούσης μελέτης. Προς το παρόν βλ. το έργο μου, Orthodoxy , Roman Catholicism and Anglicanism, Oxford Univ. Press, 1972.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.