ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ  ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ   ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ "ΠΟΡΦΥΡΟΓΕΝΝΗΤΟΣ"
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
  ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΑΓ. ΒΑΡΒΑΡΑΣ   ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΟΙΚΟΤΡΟΦΕΙΟ    ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Φωνή Κυρίου | Διακονία | Εορτολόγιο | Πολυμέσα

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΤΕΧΝΗ

ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Το κατ' ακρίβειαν και το κατ' οικονομίαν
(Με αφορμή το ουκρανικό ζήτημα)

Παναγιώτης Ι. Μπούμης, Ομότ. Καθηγητής Παν/μίου Αθηνών

Α. Ορισμοί

Σε δύο προηγούμενα άρθρα μας σχετικά με τις «Βασικές κανονικές αρχές επιλύσεως του ουκρανικού προβλήματος» αναφερθήκαμε και στον όρο του Κανονικού (εκκλησιαστικού) Δικαίου «κατ' οικονομίαν», ο οποίος χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται από πολλούς εκκλησιαστικούς και θεολογικούς παράγοντες. Ωστόσο, επειδή, όπως μου ελέχθη, πολλοί χριστιανοί δεν είναι εξοικειωμένοι με αυτούς τους όρους του Κανονικού Δικαίου και δεν κατανοούν αμέσως ή ευχερώς τα σχετικά με το ουκρανικό ζήτημα γραφέντα, αποφάσισα να εκθέσω αναλυτικότερα την έννοια και τη λειτουργία του κατ' οικονομίαν.

Εξ άλλου η έκφραση «κατ' οικονομίαν» παραπέμπει στην εκκλησιαστική οικονομία, η οποία οικονομία είναι μία μίμηση και συνέχιση της θείας οικονομίας που εορτάζουμε αυτές τις ημέρες. Έτσι η ενασχόληση αυτή καθίσταται και επίκαιρη.

Και κατά πρώτον, θεία οικονομία λέγεται όλο το σχέδιο και η διαδικασία που πραγματοποίησε και πραγματοποιεί ο Τριαδικός Θεός για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Έτσι στη θεία οικονομία συμπεριλαμβάνεται και η Γέννηση του Χριστού, η βάπτισή Του, η σταύρωση, η ανάσταση, η ανάληψή Του, η Πεντηκοστή και η ίδρυση της Εκκλησίας. Αυτές οι θείες ενέργειες ή πράξεις έγιναν από την αγάπη του Θεού προς τον κάθε άνθρωπο συγχωρώντας και παραβλέποντας τις πτώσεις του και την απομάκρυνσή του από το θέλημά Του και αποβλέποντας στην αποκατάστασή του στην αρχαία δόξα.

Κατόπιν τούτου και η Εκκλησία συνεχίζοντας το έργο του Θεού θέσπισε και ανέδειξε το μέτρο της Εκκλησιαστικής οικονομίας, το «κατ' οικονομίαν». Και για να δώσουμε ένα απλό και μικρό ορισμό της Εκκλησιαστικής οικονομίας θα λέγαμε ότι: Εκκλησιαστική οικονομία είναι η αρμοδίως (από το αρμόδιο εκκλησιαστικό όργανο) και από χριστιανική αγάπη και αλληλεγγύη πρόσκαιρη (ή διαρκέστερη) λογική και συνετή παρέκκλιση από την ακρίβεια των κανόνων, χωρίς μετακίνηση των δογματικών ορίων, προς σωτηρία των ανθρώπων.

Έτσι δίδεται κάτι (π.χ. άδεια, συγχώρεση) «κατ' οικονομίαν» στον εμπερίστατο ή παραβάτη άνθρωπο. Αυτό είναι το κατ' οικονομίαν.

Ακρίβεια αντιθέτως είναι η ακριβής και πιστή τήρηση της αυθεντικής και επίσημης εκκλησιαστικής παραδόσεως, τ. ε. των δογμάτων της πίστεως, των εντολών του Θεού και των κανόνων της Εκκλησίας, πάλιν προς σωτηρία του ανθρώπου.

Αυτό είναι το κατ' ακρίβειαν και έτσι (μπορεί να) δίδεται κάτι (άδεια, προνόμιο) σε κάποιον ή κάποιους από την Εκκλησία κατά κανονική ακρίβεια. Αυτό χαρακτηρίζει και αποτελεί και την κανονικότητα στον εκκλησιαστικό χώρο.

Β. Παρατηρήσεις

Μετά ταύτα πρέπει να κάνουμε και ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά με την χρηστικότητα των όρων αυτών:

1) Ακόμη και όταν δίδεται κάτι κατ' οικονομίαν (ιδίως εγγράφως) πρέπει να αναγράφεται και η ακρίβεια των κανόνων. Έτσι τονίζεται η κανονικότητα.

2) Για να είναι πράγματι κατ' οικονομίαν μία πράξη πρέπει η άδεια παρεκκλίσεως από την ακρίβεια να δίδεται αρμοδίως, δηλ. από το ιεραρχικώς ανώτερο εκκλησιαστικό όργανο από εκείνο που ζητάει την οικονομία.

3) Αλλιώς έχουμε παράβαση. Δηλαδή ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί μόνος του να χορηγήσει οικονομία στον εαυτό του για μία παρέκκλιση που έκανε ή που πρόκειται να κάνει από τους κανόνες.

4) Επίσης με την αρμοδία χορήγηση της οικονομίας (με το κατ' οικονομίαν) αποκτά κανονικότητα και το διδόμενον, το παρεχόμενον με το μέτρο αυτό και ας μην είναι κατ' ακρίβειαν χορηγηθέν, δηλαδή με βάση τους σχετικούς ιερούς κανόνες.

5) Και γι' αυτό εκτός των άλλων (π.χ. ο κοινός σκοπός της σωτηρίας) ορθώς λέγεται ότι ακρίβεια και οικονομία αποτελούν όψεις του ίδιου νομίσματος.

6) Φυσικά δεν μπορούμε να πούμε ότι αίρεται η κανονικότητα αυτού που δόθηκε κατ' οικονομίαν εκτός και αν υπάρχουν λόγοι αποχρώντες, οι οποίοι ίσως και απεκρύβησαν κατ' αρχάς, όταν εδίδετο η οικονομία, ή αν έχει καθοριστεί ρητώς ο χρόνος ισχύος του κατ' οικονομίαν.

7) Βεβαίως αυτό ιδίως επί ευρυτέρου πεδίου, πρέπει να γίνει ύστερα από έρευνα και με συνεννόηση όλων των εμπλεκομένων παραγόντων, εκκλησιαστικών και πολιτειακών, όταν μάλιστα αναμείχθηκαν και αυτοί στην αίτηση ή χορήγηση της οικονομίας.

8) Αλλιώς, αν θα γίνει μονομερώς η άρση, ίσως χωρίς να το θέλουμε κατηγορούμε το όργανο (εκείνον ή εκείνους) που παρέσχε την οικονομία ότι έπραξε κακώς, αλογίστως και αντικανονικώς. Ενώ συγχρόνως προσβάλλουμε τον λαβόντα το κατ' οικονομίαν, καθώς και εκείνους που το αναγνώρισαν, με απρόβλεπτες συνέπειες πολλάκις.

9) Άλλωστε ούτε η θεία οικονομία μπορεί να αίρεται ή να σταματάει. Αυτό θα γίνει μόνο κατά τη Β Παρουσία του Κυρίου.

10) Εξ άλλου, εάν έπραξε κακώς και έσφαλε («ημάρτησε») ένα εκκλησιαστικό όργανο, όταν έδωσε κάτι κατ' οικονομίαν, αυτό δεν θα το κρίνει και δεν θα το αποφασίσει μόνο του το διάδοχο (ισότιμο) ή κατώτερο εκκλησιαστικό όργανο, αλλά το ανώτερο ιεραρχικώς και αυτό θα άρει την παραβατικότητα (πάλιν κατ' οικονομίαν).

Τελικώς, είτε κατ' οικονομία είτε κατ' ακρίβεια είτε κατά συγκατάβαση είτε κατά παραχώρηση δίδεται ή (αφ)αιρείται κάτι, γίνεται πάντοτε εν συνεννοήσει. Και τούτο, γιατί όλα χρειάζονται την έγκριση του εκκλησιαστικού πληρώματος, όλα τίθενται υπό τη «βεβαίωση» του εκκλησιαστικού σώματος. Γι' αυτό και ο Μέγας Βασίλειος λέει: «Αι περί τας εκκλησίας οικονομίαι γίνονται μεν παρά των πεπιστευμένων την προστασίαν αυτών βεβαιούνται δε παρά των λαών» (ΣΛ ἐπιστ., PG 32,860).

Σημείωση:

Σταματάμε εδώ, τουλάχιστον προς το παρόν, για να μην κουράσουμε άλλο τον αναγνώστη. Για περισσότερα βλ. Παν. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον, εκδ. Γ, εκδ. «Γρηγόρη», Αθήνα 2002, σελ. 48 εξ.

Για ενημέρωση σχετικά με τα νέα, τις εκδηλώσεις, τις εκδόσεις και το έργο μας παρακαλούμε συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία. Για τους όρους προστασίας δεδομένων δείτε εδώ.